23.4.16

Πώς γράφεται, αλήθεια, ένα τέλος;


Από μια πινακίδα στη Φρανκφούρτη. Ναι, γράφει «τέλος»
(REUTERS/Ralph Orlowski)

Προ λίγων ημερών είχαμε την αποχώρηση του Κόμπε Μπράιαντ, αμέσως μετά εκείνη τού Δημήτρη Διαμαντίδη και ύστερα χαιρετίσαμε, μουσκεμένοι από δάκρυα, τη μωβ βροχή του Prince. Το τέλος είναι, σχεδόν, πάντα το ίδιο, αλλά συντάσσεται με διαφορετικούς τρόπους.

Τα πλαίσια της όποιας δράσης μας σε αυτή την μπερδεμένη κατάσταση που λέγεται «ζωή» - είτε από τυχαίους παράγοντες, είτε από τις δικές μας επιλογές- αυτοπεριορίζονται και έχουν όρια. Αυτά, κάποιες φορές προλαβαίνεις να τα δεις και άλλες στιγμές σε προλαβαίνουν και στα δείχνουν όλα από μόνα τους. Σε κάθε περίπτωση, γράφεται ένα τέλος που -τις περισσότερες φορές- κουβαλά την υπογραφή σου, την πορεία σου.
Το τέλος σε ίδιες καταστάσεις μπορεί να είναι διαφορετικό, πάντα, όμως, θα έχει τη δική του, ξεχωριστή σημασία. Τέλος από τέλος αλλάζει, αλλά πάντα θα συνοδεύεται από κάποιους λυγμούς - εσωτερικούς ή απόλυτα καμένους από το φως της πραγματικότητας που μπορούν να τη δουν, σχεδόν, όλοι. Ενα τέλος μπορεί να είναι μαγικό, δύναται, όμως, να στοιχειώνεται από μάγισσες που θέλουν μόνο το κακό, όπως στα παραμύθια. Στις περισσότερες ιστορίες των ανθρώπων θα δεις ότι το απόλυτο τέλος είναι το τέλος του κόσμου. Και, κάθε φορά, πολύ φιλολογικά, «το τέλος της Ποίησης», «το τέλος του Ερωτα» και λοιπά λόγια, υπερβολικά, με φαντασία δίχως τέλος.

Τέλος, όμως, με τη δική μου αμπελοφιλοσοφία, είναι μια καλή ώρα για να αρχίσετε να βλέπετε τι έχουν γράψει περί τέλους, με τι λόγια μπήκε το τέλος στη θέση του. Σωστά. Κάθε τέλος, μια νέα αρχή…    

«Καλύτερα ένα άθλιο τέλος παρά μια αθλιότητα χωρίς τέλος» - Καρλ Μαρξ, γερμανός φιλόσοφος
«Αν κοιτάξεις για πολλή ώρα την άβυσσο, στο τέλος και η άβυσσος θα κοιτάξει εσένα» - Φρίντριχ Νίτσε, γερμανός φιλόσοφος


«πώς γράφεται το τέλος; Πεζά, με πεζά γράμματα»

 «Το τέλος έρχεται όταν σταματήσουμε να μιλάμε στον εαυτό μας. Είναι το τέλος της πραγματικής σκέψης και η απαρχή της τελικής μοναξιάς» - Ερικ Χόφερ, αμερικανός συγγραφέας και φιλόσοφος

«Κάθε γενιά θρησκόληπτων θέλει να πιστεύει ότι το τέλος του Κόσμου ή η Δευτέρα Παρουσία θα συμβεί επί των ημερών της. Ανέκαθεν, σε όλες τις εποχές, υπήρχε ένα τέτοιο φιλοθεάμον κοινό» - Μανώλης Δουκίδης, έλληνας συγγραφέας

«Είμαι εξαιρετικά υπομονετική, με την προϋπόθεση ότι στο τέλος θα περάσει το δικό μου» - Μάργκαρετ Θάτσερ, βρετανίδα πρωθυπουργός

«Μην περιμένετε πολλά πράγματα από το τέλος του κόσμου» - Στανισλάβ Λεμ, πολωνός συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας

«Δεν υπάρχει τέλος. Δεν υπάρχει αρχή. Υπάρχει μόνο ένα ατέλειωτο πάθος για ζωή» - Φρεντερίκο Φελίνι, ιταλός σκηνοθέτης

«Αυτό που με κρατάει στη ζωή είναι ότι δεν θέλω να χάσω το τέλος του κόσμου» - Αλτάν, ιταλός σκιτσογράφος

«H ελληνική Φιλοσοφία φαίνεται ότι βρήκε κάτι που μια καλή τραγωδία δεν πρέπει να βρίσκει ποτέ: ένα πληκτικό τέλος» - Καρλ Μαρξ, γερμανός φιλόσοφος

«Μην ανησυχείς μήπως έρθει το τέλος του κόσμου σήμερα. Είναι ήδη αύριο στην Αυστραλία» - Τσαρλς Σουλτς, αμερικανός σχεδιαστής κόμικς

«Κανένας δεν μπορεί να πάει πίσω και να κάνει μια καινούργια αρχή, αλλά ο καθένας μπορεί να αρχίσει σήμερα και να κάνει ένα καινούριο τέλος» - Μαρία Ρόμπινσον, αμερικανίδα συγγραφέας (παιδικής ψυχολογίας)

«Αυτό που η κάμπια ονομάζει τέλος του κόσμου, η ζωή το λέει πεταλούδα» - Λάο Τσε, κινέζος φιλόσοφος

«Κάθε καινούρια αρχή προέρχεται από το τέλος κάποιας άλλης αρχής» - Σενέκας, ρωμαίος φιλόσοφος

«Αυτές οι βίαιες ηδονές έχουν βίαιο τέλος» - Γουίλιαμ Σαίξπηρ, άγγλος δραματουργός

«Το Τέλος, ώριμο, αδυσώπητο, μέσα στο βάρος τόσων τύψεων» - Μανόλης Αναγνωστάκης, ποιητής (από το «Δείπνο»)

Τελικά, πώς γράφεται το τέλος; Πεζά, συνήθως, χωρίς φιοριτούρες και καλλιτεχνίες και με πεζά γράμματα – λιγότερες φορές ένα τέλος μπορεί να είναι και ένδοξο, αν και αυτές οι φορές είναι πολύ δυνατές, μεγατόνων. Με ένα απλό «γεια», ένα φιλτραρισμένο «αντίο». Γράφεται και με τον χρόνο, καταλήγω, και με ό,τι αυτός μπορεί να μεταφέρει στην καμπούρα του. Το τέλος, αν το καλοσκεφτείς, το φέρνει ο χρόνος, πιθανώς να πληρώνει και σχετικό παράβολο για αυτό.
Ο αμερικανός συγγραφέας μυστηρίου και τρόμου, ο άνθρωπος που μπορούσε να γράψει ένα τέλος με τόσους πιθανούς και απίθανα ανατριχιαστικούς τρόπους, ο σπουδαίος Στίβεν Κινγκ, το τερμάτισε λέγοντας πως «ο Χρόνος τα παίρνει στο τέλος όλα, είτε μας αρέσει είτε όχι».

Τέλος…

(Πάντα μου άρεσε το «τέλος» να γράφεται με τρεις τελείες. Είναι η ελπίδα ότι υπάρχει και συνέχεια – προς το παρόν, ανείπωτη) 

(όπως δημοσιεύτηκε στο protagon)

12.4.16

Λεσβίες στο μετρό της Αθήνας



Το μετρό κουβαλά την κοινωνία - και τις αντιλλήψεις της Nick Paleologos / SOOC

Οταν χρησιμοποιείς συγκεκριμένες ώρες το μετρό είναι λογικό να συναντάς, σχεδόν, τους ίδιους ανθρώπους στους σταθμούς. Οχι πάντα φυσιολογικούς – να, για παράδειγμα, δυο λεσβίες…

Η διαδρομή με το μετρό αποτελεί μια τεράστια σπουδή, ένα καθημερινό σχολείο όπου μαθαίνεις το πώς αντιμετωπίζει ο πολύς κόσμος διάφορες καταστάσεις. Πρόκειται για ένα άτυπο γκάλοπ, για μια μη επίσημη δημοσκόπηση, μια σφυγμομέτρηση όπου καταγράφεται η σκέψη του μέσου Ελληνα.
Στα βαγόνια τού μετρό μπορείς να ακούσεις τις πιο απίστευτες συζητήσεις -σουρεάλ, τις περισσότερες φορές- στις οποίες μένεις άλαλος όχι μόνο επειδή δεν έχεις το δικαίωμα να συμμετάσχεις, επειδή κανείς δεν σου το ζήτησε. Σου κόβεται η μιλιά από αυτά που ακούς και μένεις έκθαμβος από ανθρώπους που ανήκετε στην ίδια κοινωνία, πιθανώς να είναι γείτονές σου στο παρακάτω στενό.

Επίσης, αν μπαίνεις στα βαγόνια κάθε μέρα συγκεκριμένες ώρες, βλέπεις σχεδόν τους ίδιους ανθρώπους που αποτελούν ένα αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς σου. Οπως και εσύ, αντίστοιχα, για εκείνους. Παρατηρώντας τους κάθε μέρα μπορώ να μαντέψω εάν είναι χαρούμενοι ή κάτι τους απασχολεί. Αν είναι κουρασμένοι ή αγχωμένοι. Ξέρω τις αντιδράσεις τους εάν μπει μέσα κάποιος ζητιάνος, σε ποιον από όλους θα δώσουν κάνα ψιλό, σε ποιον θα γυρίσουν την πλάτη. Βλέπω στα μάτια τους αν κάποιος ξενύχτησε και έχει περάσει καλά ή έμεινε άγρυπνος στην Αθήνα από έννοιες.

Συχνά η σύνθεση του βαγονιού αλλάζει – για να έχει περισσότερο ενδιαφέρον. Ετσι, την τελευταία εβδομάδα, σε έναν συγκεκριμένο σταθμό, έχω παρατηρήσει το εξής: δύο γυναίκες, περίπου είκοσι ετών, περιμένουν να φτάσει ο συρμός. Οταν έρχεται δίνουν ένα απαλό φιλί στα χείλη και η μία από τις δύο επιβιβάζεται, η άλλη μένει εκεί μέχρι να φύγουν τα βαγόνια. Προσωπικά, το βρίσκω υπέροχο, γλυκό, τρυφερό και κάθε φορά χαμογελώ όταν τις βλέπω. Υπάρχουν κι άλλοι μέσα στην καμπίνα των επιβατών που κάνουν το ίδιο. Κοιταζόμαστε συνωμοτικά και τα βλέμματά μας λένε το ίδιο: «μπράβο τους που είναι ερωτευμένες, ο έρωτας μόνο μπορεί να σώσει αυτόν τον κόσμο».
Υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, όμως, που δεν έχουν την ίδια αντίδραση. Το χειρότερο είναι πως η αντίθετη συμπεριφορά έρχεται από, σχεδόν, συνομήλικούς τους, που είναι παρέες και όλοι μαζί φωνάζουν όταν τις βλέπουν. «Οι λεσβίες, παιδιά, οι λεσβίες!». Και την ίδια ώρα που φωνάζουν με αποτροπιασμό, συνεχίζουν να τις κοιτάζουν να φιλιούνται και ποιος ξέρει ο εγκέφαλός τους τι παιχνίδια σκαρώνει. Οι μεγαλύτεροι από εκείνους μόνο εμετό δεν κάνουν, λες και έρχονται αντιμέτωποι με το πιο αποκρουστικό και σιχαμερό θέαμα που έχουν δει μπροστά τους. Οταν, μάλιστα, η μία από τις δύο μπει στο βαγόνι, την κοιτούν με τόσο αποτροπιασμό, σαν να αντικρίζουν έναν στυγερό εγκληματία.

Μια αντίστοιχη σκηνή στα μέσα μαζικής μεταφοράς τής Ολλανδίας ή της Αγγλίας, για παράδειγμα, δεν θα έκανε σε κανέναν εντύπωση, κανείς δεν θα σχολίαζε κάτι, ουδείς θα ασχολιόταν με μια αντίστοιχη σκηνή.
Εδώ, στην Ελλαδάρα, τα κορίτσια που φιλιούνται -τόσο γλυκά και καθόλου προκλητικά- θα συνεχίσει να αντιμετωπίζεται με αυτόν τον τρόπο, όσα χρόνια και να περάσουν, όσο και να συνεχίσουμε να καυχιόμαστε για τον Πολιτισμό μας, όσα σύμφωνα συμβίωσης και αν υπογραφούν. Απέχουμε πολύ από να θεωρηθούμε στο σύνολό μας απελευθερωμένοι, κανονικοί άνθρωποι σε αυτό το θέμα, όσο θα υπάρχουν συμπολίτες μας που θα αντιδρούν λέγοντας «λεσβίες, κοιτάξτε», σαν να μην πρόκειται για κάτι εξαιρετικά φυσικό και φυσιολογικό. Mην τρέφετε αυταπάτες. Δεν είμαστε ούτε όσο Ευρωπαίοι θέλουμε να λέμε ότι είμαστε ούτε τόσο πολιτισμένοι όσο θέλουμε να «πουλάμε» τους ευαυτούς μας.

Το καλό είναι πως ανάμεσά μας θα συνεχίσουν να υπάρχουν συνάνθρωποί μας που δεν σοκάρονται από κάτι σχετικό και ότι οι δύο γυναίκες που συναντώ στο μετρό θα συνεχίσουν να φιλιούνται όταν αποχωρίζονται.
Και αυτό, από μόνο του, κυοφορεί την ελπίδα...  

(Οπως δημοσιεύτηκε στο Protagon)
     

10.4.16

Τα αγαπησιάρικα κυβερνητικά φυλλάδια

Ο Πειραιάς, αυτές τις μέρες, δεν έχει ποίηση, η λογοτεχνία έχει πνιγεί εκεί κοντά, στα αβαθή. Εχει πρόσφυγες λουσμένους στην αβεβαιότητα και χαρτιά Α4 που τους προτρέπουν να μας αδειάσουν τη γωνιά – αλλά, διάολε, είναι γραμμένα με τόση αγάπη.
Πώς να λέγεται στα φαρσί το «κάθε λιμάνι και καημός»; Alexandros Michailidis / SOOC

Αν βρεθείς σε οποιοδήποτε λιμάνι του κόσμου το συναίσθημα είναι πάντα το ίδιο, με μικρές παραλλαγές. Δεν έχει σημασία το αν αυτό είναι αμιγώς εμπορικό ή μεταφέρονται και επιβάτες: ο ήχος που βγαίνει μέσα από τους κάβους και τα γκρίζα ντοκ, κάνει γκελ πάνω στις προκυμαίες και στέλνει χαιρετίσματα στους φάρους, είναι ο ίδιος. Νιώθεις σαν να μουρμουρίζει γλυκά το λιμάνι, σαν να διηγείται τις ιστορίες που έχει δει να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια του.

Το κάθε μεγάλο λιμάνι [< τουρκική liman < μεσαιωνική ελληνική λιμένι] έχει αντικρίσει πολλά, όπου κι αν στέκεται, εδώ και αιώνες. Εμπορεύματα από μακρινές χώρες να βρίσκουν εκεί καταφύγιο, να μεταφέρονται (συνωστισμένες) ψυχές με βαλίτσες στα χέρια για ολιγοήμερες διακοπές ή για να αλλάξουν ζωή σε κάποια άλλη χώρα ή σε μια μακρινή ήπειρο.
Τα λιμάνια συναγελάζονται με την όποια μαγεία κουβαλά η προσμονή τού ερχομού ή της αναχώρησης. Σε αρκετές φορές, όμως, στα λιμάνια δεν υπάρχουν γέλια, η χαρά ίσως έχει πνιγεί εκεί κοντά, στα αβαθή της ζήσης της σκληρής.

Πάρε για παράδειγμα το λιμάνι του Πειραιά και μην πας το μυαλό σου πολύ πίσω, μείνε στις μέρες αυτές. Χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες μένουν νυχθημερόν εκεί και περιμένουν ένα καλύτερο αύριο, αλλά το μέλλον τους μάλλον έρχεται κολυμπώντας μέσα σε άγρια θάλασσα. Περιμετρικά αναπτύσσονται μαύρες μπλούζες με ξυρισμένα κεφάλια έτοιμα να σπείρουν πιο βαθιά το μίσος για αυτούς. Αλλά να είναι καλά η κυβέρνηση που έβαλε γυναίκες του Λιμενικού να μοιράσουν φυλλάδια που τους καλούν να αποχωρήσουν. «Σας αγαπάμε» είναι η λέξη-κλειδί, γραμμένη σε 4 γλώσσες – η αγάπη, βλέπεις, ξεπλένεται αλλιώς στα λιμάνια και θέλει ειδική μετάφραση. Θα μπορούσαν, τουλάχιστον, να κάνουν τα φυλλάδια ακόμα πιο ποιητικά, να ρέει στις γραμμές τους περισσότερη λογοτεχνία.

«Το σημαντικό στη ζωή δεν είναι πού στεκόμαστε, αλλά προς ποια κατεύθυνση κινούμαστε. Για να φτάσουμε στο λιμάνι τ’ ουρανού πρέπει καμιά φορά να πλέουμε με ευνοϊκό άνεμο και κάποτε ενάντια στον άνεμο. Δεν πρέπει, όμως, ποτέ να μας παρασύρει απλά το ρεύμα ή να μας κρατάει η άγκυρα» – Ολιβερ Χολμς, αμερικανός συγγραφέας
«Ο πολιτισμός είναι μια κίνηση, όχι μια κατάσταση. Είναι ένα ταξίδι, όχι ένα λιμάνι» – Αρνολντ Τόινμπι, βρετανός ιστορικός
«Είκοσι χρόνια από τώρα θα είσαι πιο απογοητευμένος για τα πράγματα που δεν έκανες, παρά για τα πράγματα που έκανες. Γι’ αυτό, λύσε τους κάβους. Σαλπάρισε μακριά από το σίγουρο λιμάνι. Εξερεύνησε, ονειρέψου, ανακάλυψε» – Μαρκ Τουέιν, αμερικανός συγγραφέας.

Το «Βοηθείστε» δεν είναι γραμμένο με «ήτα», άλλωστε η «ήττα» γράφεται με δύο «ταυ»…
Η ζωή σε αυτό το λιμάνι, όμως, δεν έχει σιγουριά, δεν ελλοχεύει καμιά λογοτεχνία, καμία ρίμα. Εχει μόνο αβεβαιότητα, μια κυβέρνηση μέσω φυλλαδίου να τους διώχνει και να τους εύχεται, σχεδόν ειρωνικά, «καλή τύχη, πρέπει να φύγετε, έρχεται Πάσχα, κόσμος θα πάει διακοπές, μη μας χαλάσετε τη χαρά». Οντως. «Μεγαλύτερες
αρετές χρειάζονται για να αντεπεξέλθει κανείς στην καλή τύχη παρά στην κακή», είχε αφήσει παρακαταθήκη να πλέει στους αιώνες, δίχως να πιάνει λιμάνι, ο γάλλος συγγραφέας Λα Ροσφουκό.
Στο μεταξύ, κάθε φορά που ακούω τη λέξη «φυλλάδιο», θυμάμαι την ατάκα τού αμερικανού κωμικού Μιτς Χέντμπεργκ: «Οταν κάποιος σού δίνει ένα διαφημιστικό φυλλάδιο, είναι σαν να σου λέει “πάρ’ το αυτό και πέταξέ το”».

Οχι, στο λιμάνι του Πειραιά δεν έχει ποίηση, είναι μέρος τού video clip «κάθε λιμάνι και καημός, κάθε καημός και δάκρυ κι είναι η ζωή του καθενός θάλασσα δίχως άκρη». Στο κύριο λιμάνι της Ελλάδας, της χώρας που ξέρει καλά τι θα πει «προσφυγιά». Αλλά όπως αναφέρει το φυλλάδιο, «Μη χάνετε το κουράγιο σας, είμαστε μαζί σας, σας αγαπάμε».

Εναλλακτικά, θα μπορούσαν να βάλουν Νίκο Καββαδία: «…τι κι αν οι κάβοι σού σκληρύναν την παλάμη…». Αλλά, είπαμε, εκεί κάτω στο λιμάνι δεν έχει ποίηση. Εχει μόνο ένα φυλλάδιο – έξυπνα γραμμένο, είναι η αλήθεια. Ο αργεντινός συγγραφέας Χόρχε Λουίς Μπόρχες είχε πει «Ποίηση είναι η έκφραση του ωραίου, διαμέσου λέξεων περίτεχνα υφασμένων μεταξύ τους».

Αλλά, διάολε, δεν έγραψε τίποτα για ξηλωμένες ζωές…

(όπως δημοσιεύτηκε στο protagon.gr)