25.3.09

25η Μαρτίου 2008

Ωραία είναι αυτά. Οι παρελάσεις της μαθητιώσας νεολαίας, «το εθνικό μας φρόνημα», το «οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες», το «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», η αναπόληση του παρελθόντος έχει μια μελοδραματική και επική γεύση. Γι' αυτό μας αρέσει να αναπολούμε το παρελθόν. Επειδή φαντάζει μεγάλο. Εξίσου καλό όμως, κι ακόμη περισσότερο, είναι το να «αναπολούμε» καμιά φορά και το μέλλον.
Μέσα στους αιώνες, βέβαια, σε σχέση με τους Τούρκους, τους «απέναντι», τη «γείτονα χώρα» ή «τον νταβατζή της γειτονιάς», και ούτω καθ’ εξής, υπήρξαν πάρα πολλά που μας χώρισαν και κάμποσα που μας χωρίζουν ακόμα. Δεν είμαστε βέβαια οι μόνοι λαοί που για κάποιον λόγο βρέθηκαν αντιμέτωποι.
Απλώς εμείς είμαστε λίγο πιο μελοδραματικοί.
Oι Γερμανοί και οι Γάλλοι, για παράδειγμα, σε κάποιες από τις φονικότερες μάχες της ιστορίας, του Α' και Β' Παγκοσμίου Πολέμου, έχασαν εκατομμύρια ανθρώπους. Το ίδιο συνέβη και στις μάχες ανάμεσα στους Γερμανούς και στους Άγγλους, ή ανάμεσα στους Ρώσους και στους Γερμανούς, ή στους Αμερικανούς και στους Γιαπωνέζους. Μια ματιά στην παγκόσμια ιστορία αρκεί για να μας πείσει ότι είναι μια ατέλειωτη σειρά από μάχες και πολέμους.
Αυτό δεν εμποδίζει όμως τους εχθρούς να γίνουν κάποια στιγμή φίλοι.
Κάτω από αυτό το πρίσμα, το γεγονός ότι η αντιπαλότητα Ελλάδας και Τουρκίας κράτησε τόσο πολύ, μοιάζει λίγο μυστήριο. Αλλά δεν είναι…

O πόλεμος και η ένταση - εκτός των άλλων - είναι και ένα οικονομικό μέγεθος, όπως και η ειρήνη, άλλωστε, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Η αντιπαλότητα Ελλάδας – Τουρκίας, όπως έγραφα και πριν από δυο χρόνια, δε συντηρήθηκε μόνο για λόγους ιστορικούς, που πράγματι υπήρξαν και υπάρχουν ακόμη, αλλά και για λόγους οικονομικούς. Η πολλές φορές αυτοτροφοδοτούμενη ένταση είχε νόημα κι από οικονομικής πλευράς. Η πορεία των εξοπλιστικών προγραμμάτων της Ελλάδας και της Τουρκίας δίνει την απάντηση σε πολλά μεγάλα μυστήρια. Oι εξοπλισμοί παράγουν οικονομικό αποτέλεσμα και σε αυτούς που πουλούν και σε αυτούς που αγοράζουν. Ή σε κάποιους από αυτούς, εν πάση περιπτώσει. Γι' αυτό άλλωστε είναι «χρήσιμοι» - και η ένταση και οι εξοπλισμοί. Και από ποιον είπαμε ότι αγοράζουμε όπλα;

1821-2008. Λες να μας καταλάβουν ξανά οι Τούρκοι και ο Λιακόπουλος, ο Άδωνις και ο Καρατζαφέρης του ΛΑΟΣ να είναι οι νέοι οπλαρχηγοί; Ακούω πολλές φορές, κι από σοβαρούς ανθρώπους, όχι μόνο από τους προαναφερθέντες τραγικούς τύπους, ότι οι Τούρκοι θα καταλάβουν τα νησιά μας, θα κάνουν απόβαση στη Μύκονο, θα μας κάνουν οθωμανικό στο Super paradise. Ότι με αλλεπάλληλες προκλήσεις προσπαθούν να μας «σύρουν» σ’ έναν πόλεμο. Έχω αρχίσει να απορώ, τόσα χρόνια τώρα, πώς δεν το ’χουν καταφέρει ακόμα. Δεν είναι περίεργο που κανείς δεν εξηγεί καθαρά ποιες είναι ακριβώς οι επιδιώξεις της Τουρκίας, για να καθορίσουμε κι εμείς την αντίδρασή μας; Να πηγαίνουμε στη Ρόδο αρματωμένοι, βρε αδερφέ! Θέλουν να μονιμοποιήσουν την κατοχή στην Κύπρο οι Τουρκαλιώτες, που λένε και τα Ημισκούμπρια; Θέλουν να την καταλάβουν όλη; Θέλουν να καταλάβουν τα νησιά μας; Θέλουν να μοιράσουν την υφαλοκρηπίδα; Θέλουν να μας σκίσουν την... άντε μην το πω, μέρα που ΄ναι; Να κάνουν γεωτρήσεις στο Αιγαίο; Όλα αυτά μαζί;

Σε μία άλλη περίπτωση, υπάρχει περίπτωση να βολεύει κι εμάς η επιθετική πολιτική της Τουρκίας;
Πάντα η διαιώνιση μιας σύγκρουσης λειτουργεί ενοποιητικά. Όπως έλεγε κι ο Φώτης στο Κλικ, ίσως χρειαζόμαστε τον δικό μας Ψυχρό πόλεμο, τους δικούς μας «κόκκινους» εχθρούς που θα μας συσπειρώσουν.
Έτσι, συζητάμε για «παλλαϊκή άμυνα» και «γυναίκες στα όπλα».
Για να βγαίνει κάθε φορά εκείνος ο πολέμαρχος-δημοσιογράφος να περιγράφει με γουρλωμένα μάτια και τόνο «ένα λεπτό πριν τη θανάσιμη αναμέτρηση» το τελευταίο «παρά λίγο θερμό επεισόδιο» στο Αιγαίο και να κάνει τηλεθέαση.
Οι πίστες του ίδιου παιχνιδιού είναι άπειρες. Χρόνια τώρα παίζουμε το ίδιο βολικό και καταστροφικό παιχνίδι χωρίς στόχο. Σαν δύο ομάδες που χτυπάνε πέναλτι επ’ άπειρον, χωρίς να συμμετέχουν σε πρωτάθλημα, χωρίς κύπελλο. Που στο τέλος θα έχουν ξεχάσει τι ακριβώς στόχους έχουν, θα θυμούνται μόνο ότι είναι εχθροί, ότι οι άλλοι είναι οι κακοί, ότι πρέπει να νικήσουν. Και θα είναι μονίμως χαμένοι.

Με πήρε ο ύπνος στην παραλία και είχα εφιάλτη. Eίδα ότι οι Tούρκοι έκαναν απόβαση σε Κω ή Μυτιλήνη (το όνειρο δεν ήταν σαφές εδώ) με πλοία της γραμμής, μεταμφιεσμένοι σε τουρίστες! Φοβερό κόλπο! Και ήμουν, λέει, μόνο εγώ που το ήξερα (συνήθως έτσι γίνεται στους εφιάλτες) και το έλεγα στους λιμενικούς που γέλαγαν και, φυσικά, δεν με πίστευε κανείς. Ξύπνησα λουσμένος στον ιδρώτα. Μπήκα κι έκανα ένα ντους για να συνέλθω. Mετά ξανακοιμήθηκα, αποφασισμένος αυτήν τη φορά να ονειρευτώ ξανθές.
Στο κάτω-κάτω, αν έχει κηρυχθεί πόλεμος με την Τουρκία, θα το καταλάβω από τις αφίσες για τις συναυλίες του Νταλάρα...

16.3.09

Αναζήτηση

Το τελευταίο διάστημα διαπιστώνω – χωρίς να κάνω μεγάλη προσπάθεια - ότι όλοι έχουμε μπει για τα καλά στη διαδικασία αναζήτησης. Ο καθένας σύμφωνα με την προσωπικότητά του, τα θέλω του, τα σχέδιά του, τους στόχους του, τα όνειρά του για τη ζωή. Ταυτόχρονα, στην ίδια παρέα συναδέλφων, μπορώ να ακούσω για τον τύπο που ψάχνεται να βρει το καλύτερο home cinema, εκείνη που θέλει να κάνει το μεταπτυχιακό της κι ας φαλιρίσει, έως τον τύπο που διαβάζει τις ειδήσεις και θέλει να βάλει φωτιά στα πάντα, έτσι ώστε όλα να δημιουργηθούν απ’ την αρχή.

Είναι κι άλλος ο τύπος που ακούει όλα αυτά που γίνονται γύρω μας, του λες ότι «με την τρέλα και το πάθος, το ζόρι που μπορεί να βράζει στην ψυχή σου, μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο», σου πετάει ένα «ποιον κόσμο, μωρέ, αν μπορέσει κάτι να γίνει θα το κάνει μόνο η τηλεόραση» και αναρωτιέσαι για ποιο λόγο χάνεις το χρόνο σου.
Πώς την πατήσαμε έτσι; Κι όταν λέω «την πατήσαμε» και μας βάζω όλους μέσα, εννοώ ότι υπάρχουν κάποιοι που έχουν φάει αυτή την παραμύθα και υπάρχουν και οι άλλοι που δεν την έχουν φάει, αλλά έχουν επαναπαυθεί. Έχουμε επαναπαυθεί.
Πιστέψαμε ότι η λάμψη είναι μόνο στα πλατό, ότι οι πραγματικοί ήρωες δεν υπάρχουν, κι αν υπάρχουν είναι γκρίζοι, πολιτικά ορθοί, φανατισμένοι, ιεροκήρυκες δίχως ζωή. Η εξαιρετικά όμορφη λέξη «αναζήτηση» έχει αντικατασταθεί από εκείνη που λέγεται «ψάξιμο» και μη νομίζετε ότι είναι απλά τα πράγματα. Από τον ευτελισμό ξεκινάνε όλα. Πρωτίστως των λέξεων.

Οδηγώ για το περιοδικό ένα Audi A6, για να πάω κόντρα σε όλο αυτό, φοράω μια κόκκινη μπλούζα που έχει τον Τσε επάνω της. Περνάω δρόμους με φώτα και ο Tσε είναι πάντα εκεί, πάλι, ξανά και ξανά, σα μύθος εμφανίζεται ξανά, για να (μου, μας) θυμίσει ότι οι ήρωες είναι γεμάτοι ζωή, ομορφιά, τρέλα, μόνο που τέτοιοι ήρωες πια δεν υπάρχουν. Ίσως γιατί και εμείς είμαστε έτσι: Χωρίς ζωή, ομορφιά, τρέλα. Μόνο συγκάτοικοι είμαστε στην κακώς εννοούμενη τρέλα.
Ανεβαίνω τη Γαλατσίου, ανάβω τσιγάρο, κάποια προσπαθεί να διασχίσει το δρόμο, κάνω ελιγμό για να την αποφύγω, τα λάστιχα στριγγλίζουν σα δαιμονισμένα, 18 χρόνων πρέπει να είναι, γελάω, έτσι είναι οι πολύ νέοι, σαν την ίδια τη ζωή: Ανυπόμονοι και αχόρταγοι, αναζητούν τα ίδια που ψάχναμε κι εμείς στην ηλικία τους, σε ένα ταξίδι άγνωστο, που είναι η ίδια η ζωή. Σε μια ιδέα που δύσκολα γίνεται πράξη.
Δεν έχει σημασία, όμως. Σ’ αυτόν το δύσκολο δρόμο της αναζήτησης, απαραίτητο είναι μόνο ένα στοιχείο που μας δίνει τη δυνατότητα να συνεχίζουμε. Αυτό το "κάτι" που κάνει τη ζωή μας ενδιαφέρουσα, ανεξάρτητα απ’ την ηλικία μας και τη φάση που περνάμε.
Την κοιτάζω στον καθρέπτη και με χαιρετάει σα να αναγνωρίζει και να με ευχαριστεί που έκανα τα πάντα για να τη σώσω, σε λίγο φτάνω σπίτι και κάπου πρέπει να παρκάρω αυτό το… πλοίο που οδηγώ, ενώ μου έρχονται στο μυαλό τα λόγια του Σωκράτη: «Eν οίδα ότι ουδέν οίδα».
Κατεβάζω ταχύτητα, το αποφάσισα, θα πάω μια μεγάλη βόλτα απόψε, το σπίτι μου μπορεί να περιμένει. Η ζωή είναι εκεί έξω, όχι πίσω από τοίχους. Κάποια στιγμή πρέπει να πούμε όχι στις οχυρωμένες ζωές μας.