28.2.07

Βρε, καλώς τον Μάρτη!


Ο Μάρτης, ο τρίτος κατά σειρά μήνας του χρόνου, πήρε το όνομά του από τον Ρωμαίο θεό του πολέμου Mars, δηλαδή τον Άρη. Όπως λέει η ρωμαϊκή ιστορία, οι ιδρυτές της Ρώμης, Ρώμος και Ρωμύλος, ονόμασαν αυτόν το μήνα Μάρτιο, επειδή τον πρώτο μήνα της άνοιξης οι Ρωμαίοι άρχιζαν τις πολεμικές επιχειρήσεις.

Ο Μάρτης λέγεται και Ανοιξιάτης, γιατί είναι ο μήνας που φέρνει την άνοιξη. Στις 21 Μαρτίου έχουμε την εαρινή ισημερία, δηλαδή ίση διάρκεια της ημέρας και της νύχτας. Αυτόν το μήνα επιστρέφουν τα χελιδόνια και τα παιδιά τραγουδάνε τα «χελιδονίσματα». Από την 1η ως τις 31 του μήνα τα παιδιά φοράνε στο χέρι τους κόκκινη και άσπρη κλωστή στριμμένη, που τη λένε «Μάρτη» ή «Μαρτιά». Σύμφωνα με τη λαϊκή μας παράδοση, ο «Μάρτης» προστατεύει τα πρόσωπα των παιδιών να μην καούν από τον ήλιο. Λέμε τώρα.

Ο άστατος καιρός είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του Μάρτη, του Γδάρτη και Παλουκοκαύτη, όπως έλεγαν τον Μάρτιο τα παλιά τα χρόνια, που τα σπίτια ζεσταίνονταν με τζάκια και ξυλόσομπες. Βέβαια, όταν ο Μάρτιος κάνει καλό καιρό, λέμε «Από Μάρτη καλοκαίρι κι από Αύγουστο χειμώνα».
Στις 25 Μαρτίου, για αυτούς που πιστεύουν, είναι η πιο μεγάλη θρησκευτική γιορτή του μήνα, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Ο Μάρτιος είναι σημαντικός μήνας και για το ελληνικό έθνος. 1821, 25 Μαρτίου, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει τη Σημαία της Επανάστασης στην πλατεία Αγίου Γεωργίου στην Πάτρα και ορκίζει τους αρχηγούς.

Καλό μήνα…

Ημερολόγιο Μαρτίου


Σημαντικά που θα γίνουν μέσα στον μήνα και δεν πρέπει να τα (ξε)χάσουμε

3 Μαρτίου
Οι Blackfield στην Αθήνα @ Fuzz. To συγκρότημα του Στίβεν Ουίλσον (Porcupine Tree), θα δώσει μία μοναδική συναυλία που δεν πρέπει κανείς μας να χάσει. Αύριο θα παίξουν στη Θεσσαλονίκη, στον Μύλο.

Δευτέρα 5 Μαρτίου
Ο γλύπτης Κυριάκος Ρόκος σε διάλογο προσέγγισης του έργου του με τον Ιστορικό Τέχνης Γιάννη Χ. Παπαϊωάννου @ Act Art, Σφαέλου 3 και Ν. Σολιώτη 33.

Παρασκευή 9 Μαρτίου
Η Εικαστικός Κωσταντίνα Κατρακάζου σε διάλογο προσέγγισης του έργου της με την Ιστορικό Τέχνης Λένα Κοκκίνη. Eπίσης στο Act Art.

08 Μαρτίου
Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας. Γιορτάζεται κάθε χρόνο σε ανάμνηση μιας μεγάλης εκδήλωσης διαμαρτυρίας, το 1857, από εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη ΝΥ, οι οποίες ζητούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας.

11
Iron Maiden Αθήνα Ολυμπιακό Κλειστό Γυμναστήριο Φαλήρου (Ταε Κβο Ντο). Οπλισμένοι με ιστορίες πολεμικής θεματολογίας, μυθικούς και πραγματικούς ήρωες, υπόσχονται μία άκρως εντυπωσιακή εμφάνιση

14 Μαρτίου
Παγκόσμια Ημέρα Μπριζόλας και… Πεολειχίας(!)
Ξεκίνησε το 2002, με πρωτοβουλία του ραδιοφωνικού παραγωγού Τομ Μπέρτσι του σταθμού 103.7FNX, (Ρόουντ Άιλαντ των ΗΠΑ). Θου, Κύριε.

14 Μαρτίου
Παγκόσμια Ημέρα της Σταθεράς. Απευθύνεται αποκλειστικά σε μαθηματικούς και γιορτάζεται κάθε χρόνο, εξαιτίας κάποιων αριθμητικών συμπτώσεων που συμβαίνουν την ημέρα αυτή. Στην Αμερική, η 14/3 γράφεται ως 3-14, δηλαδή η τιμή της σταθεράς. Η Ημέρα γιορτάζεται με πάρτι σε πολλές μαθηματικές σχολές του κόσμου, ακριβώς στις 159 μετά το μεσημέρι, καθώς το 1,5,9 είναι οι τρεις αριθμοί που ακολουθούν τη σταθερά 3,14 η οποία στην επταψήφια εκδοχή της είναι Π=3,14159.

15 Μαρτίου
Το 1962, ο Τζον Κένεντι, σκιαγράφησε τα τέσσερα βασικά καταναλωτικά δικαιώματα Ικανοποίηση των βασικών αναγκών, ασφάλεια, πληροφόρηση και επιλογή.

Παγκόσμια Ημέρα κατά της Αστυνομικής Βαρβαρότητας
Καθιερώθηκε το 1997, με πρωτοβουλία αναρχικών οργανώσεων της Ελβετίας, με αφορμή τον ξυλοδαρμό δύο παιδιών ηλικίας 11 και 12 ετών από αστυνομικούς.

17 Μαρτίου
Οι Reamonn ή, αλλιώς, η μπάντα που πέτυχε να σκαρφαλώσει στο Νο1 του μικτού ραδιοφωνικού airplay chart για 2 συνεχόμενες εβδομάδες, έρχεται @ Fuzz, Αθήνα, Boυλιαγμένης 22.

18 Μαρτίου
Διεθνής Ημέρα Κινητοποιήσεων κατά της Κατοχής του Ιράκ. Εκδηλώνεται με συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και πορείες και αίτημα την αποχώρηση των Αμερικανών από το Ιράκ. Ναι, σιγά να μην…

20 Μαρτίου
Διεθνής Ημέρα της Γης, της μάνας γης που έλεγαν και οι Ινδιάνοι προτού τους την πέσουν οι cowboys.
Παγκόσμια Ημέρα Αποχής από το Κρέας. Εστιάζεται στην κακοποίηση των ζώων στα σφαγεία, αλλά και στα προβλήματα υγείας που σχετίζονται με την κατανάλωση ζωικών προϊόντων.

20 Μαρτίου
Διεθνής Ημέρα Αστρολογίας.
Διεθνής Ημέρα Γαλλοφωνίας. 500 εκατομμύρια άνθρωποι σ' όλο τον κόσμο γιορτάζουν τους δεσμούς τους με τη Γαλλία, μέσω της γαλλικής γλώσσας. Πρόκειται για πολίτες χωρών, που αποτελούν παλιές αποικίες της Γαλλίας, βλέπε Ζιντάν.

21 Μαρτίου
Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού. Stop racism
Παγκόσμια Ημέρα Δασοπονίας. Για όσους χάνουν το δάσος
Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης
Παγκόσμια Ημέρα Ύπνου. Zzzzzzz

22 Μαρτίου
Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό

23 Μαρτίου
Παγκόσμια Ημέρα Μετεωρολογίας

24 Μαρτίου
Παγκόσμια Ημέρα κατά της Φυματίωσης

25η Μαρτίου
Εθνική εορτή, εθνική παλιγγενεσία. Εορτάζουν οι Ευάγγελοι-Ευαγγελίες

27 Μαρτίου
Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου. Eίναι η ετήσια γιορτή της διεθνούς θεατρικής κοινότητας, από το 1961, και εορτάζεται με θεατρικά δρώμενα.
Παγκόσμια Ημέρα Δράσης των Σιδηροδρομικών
Το τρένο θα σφυρίξει δυο φορές

30 Μαρτίου
Διάφανα Κρίνα @ An Club, Αθήνα, Σολωμού 13 - 15, Εξάρχεια. Κόστος εισιτηρίου 15 €, στις 2100

30 Μαρτίου
Παγκόσμια Ημέρα Αντισύλληψης
75 εκατομμύρια κυήσεις σ' όλο τον κόσμο είναι ανεπιθύμητες, κατά ΟΗΕ. Από αυτές, 45 εκατομμύρια οδηγούνται στην έκτρωση, ενώ 20 εκατομμύρια γίνονται κάτω από μη ασφαλείς συνθήκες.

31 Μαρτίου
A lover spurned. Marc Almond @ Gagarin 205 Live Music Space, Αθήνα, Λιοσίων 205, 210 8547600.

Προσθέστε όσα ξέχασα

Σπουδαία γεγονότα που έγιναν τον Μάρτιο


* 1 - 10
1917
-Κυκλοφορεί ο πρώτος δίσκος jazz. (The Dixieland Jazz Band One-Step).

1966
-Ο Brian Wilson (Beach Boys), κυκλοφορεί τον πρώτο σόλο δίσκο του.
-Ο John Lennon δήλωσε ότι οι Beatles ήταν πιο δημοφιλείς από το Χριστό.

1968
-Το Fillmore East ξεκίνησε μία τρίχρονη συναυλιακή μαραθώνια διαδρομή με τους Big Brother and The Holding Company, Tim Buckley, Albert King, Doors, Who, Troggs, Traffic, Blue Cheer, Iron Butterfly, Jefferson Airplane, Jimi Hendrix, Sly and The Family Stone, Byrds, Steppenwolf, Grateful Dead, Vanilla Fudge, Ten Years After, Blood, Sweat and Tears, Procol Harum, Beach Boys και έκλεισε το 1971 με τους Albert King, J. Geils Band και τους Allman Brothers.

1969
-Στα Αμερικανικά charts φιγουράρουν στις 2 πρώτες θέσεις τα White Album και Yellow Submarine των Beatles.
-Ο Paul McCartney παντρεύεται την Linda Eastman

1972
-Οι Carole King, James Taylor, Carly Simon, Barbra Streisand, Quincy Jones, Mama Cass Elliot, Burt Lancaster, Jon Voight, Britt Ekland και Jack Nicholson, έλαβαν μέρος στην προεκλογική περιοδεία του George McGovern.

1974
-Ο Lennon εκδιώχθηκε από το Smothers Brothers show, γιατί ήταν μεθυσμένος. Ο Lennon περνούσε δύσκολα, γιατί η Yoko του είχε δώσει “τα παπούτσια στο χέρι” και τον είχε αντικαταστήσει με τον May Pang.
-Ο David Bowie ηχογράφησε το “David Live”.

1977
-Οι Rolling Stones ηχογράφησαν το “Love You Live”.

1978
-Οι Bee Gees κυριαρχούν στα charts. “Love Is Thicker Than Water” #1, “Stayin’ Alive” #2, “Emotion” #4, “Night Fever” #5 και “How Deep is Your Love” #10.

1990
-Το περιοδικό “Rolling Stone” έδωσε στους Jefferson Airplane, το βραβείο για τη χειρότερη επιστροφή της χρονιάς.

2000
-Ο Eric Clapton εισήλθε για ….τρίτη φορά στο Rock and Roll Hall of Fame. Οι άλλες δύο αφορούσαν στη συμμετοχή του στους Yardbirds και στους Cream.

2001
- Οι Led Zeppelin ανακηρύχθηκαν επίσημα, το πρώτο bootleg συγκρότημα του 2001, με 422 albums, να κυκλοφορούν παράνομα. Οι Rolling Stones, ο Bob Dylan και οι Beatles, βρίσκονται ακριβώς, στις επόμενες θέσεις, με 350 παράνομα albums.

2003
-Μία 24χρονη θαυμάστρια του Bryan Adams έπεσε σε κώμα για έξη χρόνια (1997-2003). Συνήλθε, όταν η μητέρα της την πήγε με το αναπηρικό καροτσάκι, σε μία συναυλία του Adams (Μπράβο Bryan!!!!).

* 11 - 17

1956
-Ο Tom Parker αναλαμβάνει μάνατζερ του Elvis Presley.

1957
-Ο Fats Domino χτυπάει το #1 με το “I’m Walkin’”, εκτοπίζοντας τον …..εαυτό του και το “Blue Monday”.

1962
-O Ray Charles ιδρύει την δική του Tangerine Records.

1965
-Ο Eric Clapton άφησε τους Yardbirds, λόγω μουσικών διαφορών που είχε με τα υπόλοιπα μέλη.

1968
-Το “(Sittin’ On) The Dock of the Bay” του Otis Redding σκαρφαλώνει κατ’ ευθείαν στο #1. Ηχογραφήθηκε ακριβώς τρεις μέρες πριν το τραγικό αεροπορικό δυστύχημα που κόστισε τη ζωή του Otis, τον Δεκέμβριο του 1967.

1971
-Οι Jethro Tull κυκλοφορούν το περίφημο “Aqualung”.

1979
-O Elvis Costello βρέθηκε στα κρύα του λουτρού μετά από τα ρατσιστικά σχόλια που έκανε για τον Ray Charles και τον James Brown. Το επεισόδιο συνέβη καθώς ο Costello συζητούσε για μουσική με τον Stephen Stills και την Bonnie Bramlett. Η Bramlett απάντησε στο σχόλιο του Costello, χαστουκίζοντάς τον στο πρόσωπο. Μετά από τη δημοσιότητα που πήρε το γεγονός, ο Costello ζήτησε δημόσια συγνώμη.

1983
-Οι U2 ανεβαίνουν για πρώτη φορά στην κορυφή των Βρετανικών charts με το άλμπουμ War. Στις Η.Π.Α, θα πάνε στο #1, 4 χρόνια αργότερα με το Joshua Tree.

1993
-Μερικές εβδομάδες μετά από τα 6 Grammies που κέρδισε ο Eric Clapton, σκαρφάλωσε στο #1 με το άλμπουμ Unplugged.

1997
-Και έγινε …..Sir Paul McCartney!!!!

1999
-H Recording Industry Association of America (RIAA) δημοσίευσε τη λίστα των άλμπουμς με τις περισσότερες πωλήσεις. Ανάμεσά τους τα
The Eagles’ Greatest Hits (25 εκατομμύρια αντίτυπα)
Fleetwood Mac (Rumours, 18 εκατομμύρια αντίτυπα),
Led Zeppelin (IV, 17 εκατομμύρια αντίτυπα),
AC/DC (Back in Black, 16 εκατομμύρια αντίτυπα),
The Eagles (Hotel California, 15 εκατομμύρια αντίτυπα),
Elton John (Greatest Hits, 15 εκατομμύρια αντίτυπα),
Pink Floyd (Dark Side of the Moon, 15 εκατομμύρια αντίτυπα),
Meat Loaf (Bat Out of Hell, 13 εκατομμύρια αντίτυπα),
Bon Jovi (Slippery When Wet, 12 εκατομμύρια αντίτυπα),
Kenny Rogers , (Greatest Hits, 12 εκατομμύρια αντίτυπα),
Beatles, (Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band, 11 εκατομμύρια αντίτυπα),
Beatles, (Abbey Road, 11 εκατομμύρια αντίτυπα),
Pink Floyd (The Wall, 11 εκατομμύρια αντίτυπα),
James Taylor (Greatest Hits, 11 εκατομμύρια αντίτυπα).
Και ακολουθούν με 10 εκατομμύρια αντίτυπα οι
Eric Clapton (Unplugged),
Doobie Brothers, (Journey’s Greatest Hits),
Carole Kings (Tapestry),
Lionel Richie (Can’t Slow Down),
U2 (The Joshua Tree)
ZZ Top (Eliminator)
-24 χρόνια, 11 μήνες και 21 μέρες χρειάστηκε η Cher για να βρεθεί ξανά στο #1 με το “Believe”. Το τελευταίο της hit ήταν το 1965 με το “Gypsys Tramps and Thieves”.

* 18 - 24

1958
-Ο Elvis Presley, κλήθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία.

1962
-Ο Bob Dylan κυκλοφορεί το πρώτο του άλμπουμ.

1964
- Κυκλοφορεί το πρώτο βιβλίο του John Lennon “In His Own Write”.

1969
-O “Peter Brown called to say, you can make it O.K., you can get married in Gibraltar near Spain”. Και αυτό έκαναν οι John & Yoko.

1970
-Ο David Bowie παντρεύτηκε την Mary Angela Barnett.
-Οι Guess Who κάνουν τη μεγαλύτερή τους επιτυχία με το “American Woman”.

1976
-Το “Hurricane” του Bob Dylan, γίνεται αιτία να βγει από τη φυλακή ο Rubin Carter.

1982
-Ο κιθαρίστας του Ozzy Osbourne, Randy Rhoads σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα.
-Ο Teddy Pendergrass (Cadillacs, Blue Notes) μένει παράλυτος, ύστερα από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα.

1985
-Ο Billy Joel παντρεύεται την Christie Brinkley.

* 25 - 31

1958
-Ο Little Richard κάνει την τελευταία του επιτυχία με το “Good Golly Miss Molly”.

1963
-Το “He’s So Fine” των Chiffons, πάει στο #1 στα charts. Τον Δεκέμβριο του 1970 ο George Harrison, πηγαίνει επίσης στο #1 με το “My Sweet Lord”, αλλά οι Chiffons τον μηνύουν για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας. Δυστυχώς για τον ex-Beatle George, το 1976 η απόφαση είναι καταδικαστική. Αναφερόμενος σ’ αυτή τη χαμένη υπόθεση, γράφει το “This Song”
“This song ain’t black or white
and as far as I know,
don’t infringe on anyone’s copyright...
This tune ain’t bad or good and come ever what may,
my expert tells me it’s okay.”
Το “This Song” είναι από το “33 & 1/3”. Ο τίτλος του άλμπουμ αναφέρεται στην ηλικία του Harrison όταν κυκλοφόρησε.

1965
-Ο Jeff Beck γίνεται μέλος των Yardbirds και τους αφήνει τον επόμενο χρόνο. (1966). Στο μεταξύ, έχει έρθει στο γκρουπ ο Jimmy Page, αλλά οι Yardbirds διαλύονται το 1968. Ο Page ιδρύει τους New Yardbirds και αργότερα τους μετονομάζει σε Led Zeppelin.

1967
-O Jimi Hendrix καίει την κιθάρα του στο Rainbow Theatre.

1973
-Ο Lou Reed μπαίνει για πρώτη φορά στα charts με το “Walk On the Wild Side.

1975
-Έξη albums των Led Zeppelin βρίσκονται στα charts (I, II, III, IV, Houses of the Holy) με το Physical Graffiti να φιγουράρει στο #1. Έμεινε εκεί για έξη βδομάδες. Το κατέβασαν οι Chicago με το VIII.

1978
-19 χρόνια μετά το θάνατό του, ο Buddy Holly γίνεται #1 στην Αγγλία με το άλμπουμ 20 Golden Greats.

1979
-O Eric Clapton παντρεύεται την Patti Boyd. Πρώην σύζυγο του καλύτερού του φίλου, George Harrison. Ο George, ο Ringo και ο Paul είναι παρόντες στην τελετή.

1980
-Οι Pink Floyd είναι στο #1 με το “Another Brick in the Wall (Part II)” Στο μεταξύ, το “Dark Side of the Moon”, διανύει την 303η εβδομάδα του στα charts.

1991
-Οι Eurythmics πούλησαν με το “Greatest Hits”, περισσότερα αντίτυπα, από όλα όσα πούλησαν οι υπόλοιποι έξη καλλιτέχνες μαζί, που ήταν στις επόμενες θέσεις του albums chart.

1996
-Ο Phil Collins αφήνει τους Genesis για μία σόλο καριέρα.

2000
-Ένα Βρετανικό περιοδικό, κατηγόρησε τον Jimmy Page, ότι ήταν δίπλα στον John Bonham όταν εκείνος πέθαινε (1980) και τον κοιτούσε ψιθυρίζοντας σατανιστικά λόγια. Ο Page μήνυσε το περιοδικό και κέρδισε τη δίκη. Τα χρήματα που πήρε σαν αποζημίωση, τα πρόσφερε στο ίδρυμα Action for Brazil’s Children Trust.

2001
-Ο Brian Wilson (Beach Boys), τιμήθηκε για την προσφορά του σε μία τρίωρη τελετή με καλεσμένους τους Billy Joel, Paul Simon, Wilson Phillips, Carly Simon, David Crosby και Jimmy Webb.

27.2.07

Μια παράξενη βροχή *


Μεσημέρι, κατεβαίνω την Kηφισίας. Bρέχει όλη μέρα, έχει χαθεί το φως, ο ουρανός έχει κατέβει πολύ χαμηλά, γκρίζος. Oι καθαριστήρες δουλεύουν τρελά, δεν βλέπω, ποτάμι τα νερά, αυτοκίνητα σταματημένα στη μέση του δρόμου, αναβοσβήνουν αλάρμ. Σκουπίδια επιπλέουν στον δρόμο, παρασύρονται από τα νερά, στο ραδιόφωνο αγχωμένες φωνές μεταδίδουν δελτίο θυέλλης, δελτίο καταστροφών.

Aπό τότε που ήμουν μικρός μού άρεσαν η βροχή, οι βροντές και οι αστραπές. Πολλές φορές μια βόλτα στη βροχή ήταν μια μεγάλη απόλαυση. Γι’ αυτό και σχεδόν πάντα όταν είμαι στη βροχή, δεν κάνω το βήμα μου πιο βιαστικό.
Mετά από λίγες μέρες εδώ, στην Αθήνα, με βροχή, χάνεσαι. Σαν να βλέπεις συνθετικές εικόνες από κομπιούτερ, που παριστάνουν τον κόσμο μετά την καταστροφή, σαν Mad Max, με το άγαλμα της Eλευθερίας βυθισμένο σε νερά, τις πόλεις του «Yδάτινου Kόσμου» του Kέβιν Kόστνερ βυθισμένες στη θάλασσα.
Bρέχει ακόμα, η Kηφισίας έχει πλημμυρίσει εντελώς, σκέφτομαι πώς θα ’ταν να κράταγε όλο το βράδυ αυτή η βροχή, και το πρωί να είχε καθαρίσει η ατμόσφαιρα, και τα νερά να έπαιρναν όλα τα "σκουπίδια" αυτής της πόλης, και να ’βγαινε ένας μεγάλος ήλιος.
Kαι πάλι αρχίζει να βρέχει. Ρίξε…
«Κοίτα - κοίτα!!!!!», μου φώναξε το ξωτικό, «ουράνιο τόξο!».
Ήταν, όμως, λέει, η τελευταία βροχερή νύχτα της χρονιάς, την άλλη μέρα ο ήλιος έκαιγε κι άρχισε το καλοκαίρι.
Και το ξωτικό χάθηκε για πάντα.
Η βροχή είναι για τους λίγους...

* Υ.Γ.: 1. Το «παράξενη βροχή» είναι τραγούδι που είχε ερμηνεύσει πριν από πολλά χρόνια ο Φάνης Μεζίνης. Χρήστε, θυμάσαι;
Υ.Γ.: 2. Αλήθεια, πόσο καιρό έχετε να δείτε ουράνιο τόξο να στεφανώνει την Ακρόπολη;
Υ.Γ.:3. Αύριο, Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου, θα σας πω όλα όσα πρέπει να ξέρετε για τον Μάρτιο που έρχεται...

26.2.07

Σιγά


Ο έρωτας έχει γίνει σκάνδαλο, ύλη των περιοδικών, ρεπορτάζ των δελτίων ειδήσεων, αποκάλυψη, τηλεθέαση, εμπόρευμα. Όμως, αυτό σιγά - σιγά όλο και περισσότεροι το καταλαβαίνουν. Σιγά - σιγά πάντα, τα χρόνια του Μεγάλου Φόβου περνάνε και οι άνθρωποι ξαναρχίζουν να αγαπάνε το σώμα τους και τα κορμιά των διπλανών τους. Αρχίζουν να αντιμετωπίζουν τον έρωτα διαφορετικά, όχι σαν ύλη των media.
Tο πιο σημαντικό, δηλαδή, αυτής της εποχής είναι η κατανόηση της αλήθειας. Έτσι είναι η γνώση. Έρχεται σιγά – σιγά (νάτο, πάλι!), με κόπο και πάντα πληρώνεται. Tο ζήτημα είναι συγκριτικό. Πόσο έχει πληρωθεί πριν έρθει. Έτσι, το «σιγά», συχνά, μπερδεύεται γλυκά με το «σιγά-σιγά», γιατί την τεράστια απόσταση που έχει δεν την διακρίνει κάποιος εύκολα. Χρειάζεται μάτι εκπαιδευμένο. Και δεν μιλάω (ok, γράφω) μόνο για τον έρωτα και για τα κορμιά...
Τα παρακάτω δείτε τα σαν ένα διάλογο, από μια ιστορία παλιά.

Σιγά τ' αυγά!

Σιγά, τρομάξαμε!

Σιγά - σιγά, το πάθος έγινε ανάγκη.

Σιγά τη γυναίκα.

Σιγά και ταπεινά.

Σιγά - σιγά βελτιώνομαι.

Σιγά μην κλάψω.

Μπήκαν σιγά - σιγά και οι φίλοι μου στο κόλπο.

Mετά, σιγά – σιγά, μεγάλωσα.

Σιγά, και τι έγινε!

Σιγά μην τα κάναμε όλα αυτά.

Mετά, σιγά-σιγά, γίναμε πιο σοφοί, λιγότερο ρομαντικοί, λιγότερο αφελείς. Mάθαμε ότι τα διλήμματα δεν τίθενται πάντα με τον σωστό τρόπο, υποχρέωση ή ηδονή, απαγόρευση ή επιθυμία. Ότι μερικές φορές η ηδονή γίνεται υποχρέωση, η απαγόρευση γεννάει την επιθυμία.

Σιγά το δύσκολο.

Mίλα σιγά, αλλά κράτα μεγάλο ρόπαλο.

Tώρα όλα ξαναρχίζουν σιγά - σιγά απ' την αρχή. Πιο ήρεμα, πιο διακριτικά, με περισσότερη προσπάθεια.

Σιγά, η πατρίδα κοιμάται.

Έλα, μωρέ, σιγά τώρα...

Σιγά-σιγά, συμπληρώστε τα δικά σας...

25.2.07

Γρήγορα…


Γρήγορα αλλάζουν όλα, κι αυτό το «γρήγορα» το βιώνω σαν να έχω ζήσει ήδη ένα κομματάκι από το μέλλον. Γρήγορα μηδενίζονται χιλιάδες αποστάσεις, γρήγορα πέφτουν τα σύνορα. Aλλάζουν τόσο γρήγορα όλα, που άνθρωποι είναι κι αυτοί, τα μπερδεύουν λίγο... Eίναι, όμως, τόσο αστεία αυτή η ανεστραμμένη εικόνα. Θα μπορούσαν να κάνουν αλλιώς; Δεν ξέρω.
Το σίγουρο είναι ότι όλα γίνονται γρήγορα.
Διαβάστε γρήγορα τα «γρήγορα» που μας στοιχειώνουν.

Γρήγορα ναι, πρόχειρα όχι.

Γρήγορα αυτοκίνητα.

Γρήγορα, λαχανιασμένα και με σπασμένες φράσεις...

Όσο πιο γρήγορα τρέχεις, τόσο πιο λίγος χρόνος σού μένει.

Γρήγορα αγανάκτησα με την ανυπαρξία οποιασδήποτε αμεσότητας (και μετριότητας)

Γρήγορα περνάνε οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια. Οι κακές στιγμές δεν περνάνε με τίποτε.

Γρήγορα, θα μας δουν...

Γρήγορα, μαλάκα, κάνε πως δεν το άκουσες...

Ήρθαν όλα τόσο γρήγορα.

Τα χάπια μου και γρήγορα.

Γρήγορα το κατάλαβα.

Πιο γρήγορα, πιο γρήγορα…

Πιο γρήγορα απ΄ ό,τι φαντάζεσαι.

Αργά ή γρήγορα. Γρήγορα.

Γρήγορα. Bιάζομαι.

Γρήγορα είναι τα μηνύματα, ολιγόλογα, συνθηματικά, οι λέξεις δεν έχουν χροιά. Δεν έχουν ύφος, δεν έχουν χιούμορ, όσο πιο γρήγορα τόσο πιο σκέτα. Πληροφορίες χωρίς παιχνίδι, χωρίς δισταγμούς, χωρίς διερεύνηση, χωρίς διαβαθμίσεις.

Ίσως να φταίει το γεγονός ότι γεννήθηκα 25 Ιανουαρίου. Του Αγίου Γρηγορίου...

24.2.07

Δεν ξέρω


Τόσο απλές λέξεις και τόσο σπάνιες που, αν τις ακούσεις καμιά φορά στον άγριο κόσμο των media, ξαφνιάζεσαι. Πώς θα ‘θελα να με καλούσαν μια φορά σε μια εκπομπή και όταν με ρώταγαν κάτι να έμενα βουβός ή να έλεγα απλώς, «δεν το ξέρω» ή, ακόμα καλύτερα, να έλεγα, «έχει δίκιο ο “αντίπαλος”» στο πάνελ. Στους αδυσώπητους κανόνες της τηλεόρασης δεν υπάρχει παύση, δεν υπάρχει «δεν ξέρω», όλοι ξέρουν τα πάντα και όλοι πρέπει να είναι καλύτεροι από τους αντιπάλους, αλλιώς «χάνουν».
Εδώ, μετράω τα δικά μου «δεν ξέρω»

Δεν ξέρω γιατί. Tώρα τελευταία ανάβω με σπίρτα. M’ αρέσει η κίνηση. M’ αρέσει που έχω προσθέσει μια κίνηση. Ίσως μ’ αρέσει που καμιά φορά ξεχνιέμαι και καίγομαι με το σπίρτο και μοιάζει σαν να ξυπνάω απότομα.

Δεν ξέρω γιατί το λέμε «απωθημένο». Απωθημένο είναι αυτό που έχουμε απωθήσει, δηλαδή αυτό που έχουμε διώξει. Αλλά μια γυναίκα που δεν σου ‘κατσε, μόνο απωθημένη δεν σου είναι. Οπότε, μήπως το σωστό είναι «ποθημένο» (ποθητό) και όχι «απωθημένο»;

Δεν ξέρω τι θα γίνω όταν μεγαλώσω. Δεν ξέρω αν αυτό είναι καλό. Δεν ξέρω γιατί είναι κακό αυτό.

Δεν ξέρω. Zωή είναι πάντα ό,τι συμβαίνει.

Δεν ξέρω αν έχει πρωινό καράβι απ’ τον Πειραιά. Για κάπου όμως θα έχει, κάποιο πλοίο θα φεύγει σε μισή ώρα από τώρα και θα ταξιδεύει λίγες ώρες απομονωμένο στη θάλασσα.

Δεν ξέρω αν αυτές είναι οι πραγματικές ανάγκες ή αυτές που έχουμε δημιουργήσει.

Δεν ξέρω αν το θυμάστε

Δεν ξέρω. Και δεν με νοιάζει, για να είμαι ειλικρινής. Έτσι κι αλλιώς, όπως και στον ίδιο τον έρωτα, οι απόλυτα σωστοί είναι μάλλον αφόρητα πληκτικοί, όπως πληκτικοί είναι και οι πραγματικά διεστραμμένοι.

Δεν ξέρω αν είναι τυχαίο.

Δεν ξέρω. Το θεωρώ όμως αρκετά πιθανό.

Δεν ξέρω γιατί, αλλά αυτό μου βγήκε.

Δεν ξέρω, τι λέτε εσείς;

23.2.07

Ωραία vavoura city


Πόσο σοφό το να ξέρεις σε τι ένταση πρέπει να είναι η μουσική σε έναν χώρο! Πόσο ωραίο να τρως και να ακούς τον συνομιλητή σου, να πίνεις καφέ και να κουνάς το παπούτσι στον ρυθμό, να χάνεσαι στον καναπέ και να σε ταξιδεύουν οι ήχοι. Oι επιλογές των ωραίων ήχων, αυτών που θα μπορούσαν να λέγονται και «ωραία βαβούρα», αποτελούν ίσως το καθοριστικό element διαμόρφωσης της ατμόσφαιρας.
Για τους ήχους που αγαπάμε.

O ήχος της βροχής πάνω στη θάλασσα, το σκάσιμο του ξύλου μέσα στο τζάκι, ο παφλασμός του χεριού πάνω στο τζιν.
Ο ήχος που κάνουν τα λάστιχα πάνω στην άσφαλτο, πάνω στη στροφή.
Ο ήχος μπέικον που τηγανίζεται.
Ο ήχος από τον αέρα στα φύλλα ή από νερά που κάπου τρέχουν.
Σκληρό beat, φευγάτα samples, turbo φούρια.
Ο ήχος που μοιάζει με δελφίνια που γελάνε.
Ήχος, ησυχία, γυρίζουμε…
Ο ήχος της ηλεκτρικής κιθάρας, μαζί με τα ντραμς. Μουσική καταιγίδα.
Ο ήχος του Red 96,3 και του Μελωδία.
Ο βραχνός ήχος της αγαπημένης παραφωνίας του αεροπλάνου που απογειώνεται.
Ο θόρυβος του κρεβατιού που τρίζει… ρυθμικά. Κολασμένος ήχος!
Οι μακρινοί ήχοι της φύσης. Οι ήχοι της ελληνικής φύσης είναι ambient.
Ο ήχος της νύχτας.
Ο ήχος της σιωπής.
Το τσιγαρόχαρτο όταν καίγεται. Τίποτα δεν διαρκεί περισσότερο από ένα τσιγάρο. Fair Deal.
Ο ήχος μιας εικόνας.
Οι ήχοι που μοιραστήκαμε με τις αγάπες μας. Που μας συνόδευσαν στις περιπλανήσεις μας στον Βορρά, στον Νότο. Στις ζόρικες νύχτες μας, στις λεωφόρους ξημερώματα, πάνω σε καπώ αυτοκινήτου, σε σκαλοπάτια, σε ασανσέρ, στην καθημερινότητα της ζωής μας.
Υ.Γ.: Πείτε τα δικά σας…

22.2.07

Vavoura city


Δεν εννοώ το πάλαι ποτέ κόμικ. (όσοι το θυμούνται ας σηκώσουν το χέρι. Ωραία. Συνεχίζω).
Σε σύγκριση με άλλους κλασικούς νυχτερινούς θορύβους (μπουκάλια σε σκουπιδοτενεκέδες, μοτοσικλέτα που διασχίζει το κέντρο με επιμελώς χαλασμένη εξάτμιση), ο απορυθμισμένος συναγερμός έχει το ίδιο πλεονέκτημα με τον Φυλακισμένο-στο-Mπαλκόνι-Σκύλο-που-έχει-φάει-τα-λυσσακά-του: Tη διάρκεια. Kόφτε το, μάγκες. Please. Basta. Σταματήστε να βάζετε συναγερμούς-ροκάνες σε αμάξια-λατέρνες και κλειδαριές-τρομπέτες σε πόρτες-κορνέτες.

Σιγά τώρα μην κάτσουν ν’ ασχοληθούν οι μπάτσοι με την κοινή ησυχία ή το αν σου αδειάσανε εσένα το σπίτι... Xώρια ότι θα πρέπει πρώτα ν’ ακούσουν. Δηλαδή, το ουά-ουά των σειρήνων να μην επικαλύπτει διόλου το ουίν-ουίν των περιπολικών με τους διπλούς γυροφάρους, που θυμίζουν χριστουγεννιάτικες γιρλάντες. (Eίναι περήφανη η αστυνομία μας για τις καρότσες της: ήχος και φως!)
Δεύτερον, στριγκλίζει. Πράγμα που σε ξεχωρίζει από το ασθενοφόρο που κουδουνίζει και το πυροσβεστικό που τσιρίζει, δίχως να μιλάμε για τον εξυπνάκια με τη μουσική κόρνα που παιανίζει.

O θόρυβος είναι της μόδας. Oποιοσδήποτε θόρυβος. Kάθε συνοικία, για παράδειγμα, έχει τον δικό της κύριο Φασαρία. Tο λεπτό σιγής περιορίστηκε αυστηρά στα 40 ντεσιμπέλ. Όχι μπεσαμέλ, ντεσιμπέλ είπα. H σιωπή έγινε ανυπόφορη. Παράδειγμα, το Hρώδειο. Mε την ευκαιρία κάθε παύσης, το κοινό αρχίζει ασύστολα να βήχει, καθαρά για λόγους ευχαρίστησης.

Θέτω μεγάλο ερώτημα: Ποια η διαφορά μεταξύ ενός ήχου κι ενός θορύβου;

O ήχος είναι ο θόρυβος που κάνουμε εμείς. O θόρυβος είναι ο ήχος που κάνουνε οι άλλοι. Έτσι, τα άτομα με προβλήματα ακοής όλο και αυξάνονται. Oι νεόκουφοι δεν έχουν πέσει θύματα των παλιών επικίνδυνων επαγγελμάτων, όπως ήταν η χαλκουργία, η τυπογραφία κι ο παρατεταμένος αυνανισμός χωρίς ιατρική γνωμάτευση. Έχουν πέσει θύματα της καθημερινής ηχορύπανσης. Άσε, δε, τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς, εμένα, για παράδειγμα. Μου μιλάνε και καταλαβαίνω τι μου λένε, από τα συναζόμενα. Εσχάτως, έμαθα ότι τοποθετήθηκαν αντιθορυβικά πετάσματα στην εθνική Aθηνών-Λαμίας και… κουφάθηκα!

O θόρυβος είναι η αδυναμία επιλογής. Αυτό το έχουν πιάσει κάποιοι αυτοκινητιστές και κυκλοφορούν μεγαλοπρεπώς και υπερηφάνως, με όλα τα παράθυρα ανοιχτά, και την Έφη Θώδη να βαράει τα δημώδη. Άσε που τα στερεοφωνικά αυτοκινήτου έχουν κάνει τόσο μεγάλες προόδους, ώστε να μπορείς να ακούς ακόμα και σε απόσταση 200 μ.
Επίσης, οι ανελκυστήρες σφυρίζουν αδιάφορα, τα ραδιοταξί βουίζουν και κροταλίζουν. «Kηφισίας 247 - μπζιιτ - Λεωφ. Aλεξάνδρας 52 - κραντς - Πανεπιστημίου 81 - γκζιιτ». Aκόμα κι οι μηχανές αρχίζουν να μιλάνε. Yπάρχουν κουζίνες που σε πληροφορούνε ότι καίγεσαι.
Πού θα πάει το πράγμα; Δεν έχω ιδέα. Mπείτε, όμως, σ’ ένα κατάστημα που πουλάει ηλεκτρονικές συσκευές. Kαι μετά σε μια εκκλησία. H εκκλησία μοιάζει θορυβώδης μπροστά σ’ αυτούς τους κήπους ζεν, που όλοι οι ήχοι είναι πχάτ, σούπππ, μπαφφφφφ.. Aυτό και μόνο δείχνει πού κατοικούν οι νέοι θεοί των νέων κουφών.
- Eεεεεεε;
Mπιντε-ντιπ-τιπ-τιπ.
- Tιιιιιι;
Λέγω ότι ήγγικεν η βασιλεία των ψηφιακών.
- Πωωωωώς;
Πιουγκ. Πιουγκ...

21.2.07

Cut


Άνοιξα τηλεόραση, τρώω τη σαλάτα μου, βλέπω ειδήσεις. Tις αγαπάω και τις φοβάμαι τις λέξεις. Έχουν τόση δύναμη και δέχονται τόσες (παρ)ερμηνείες. Eίναι τα πυρηνικά όπλα των media, αν το κακοσκεφτείς. Mία αθώα λεξούλα, βαλμένη κατάλληλα, μεταμορφώνει την πραγματικότητα, μετατρέπει την άποψη, αλλάζει την εικόνα που έχουμε για τα πράγματα, για τον κόσμο.
Ζωή είναι αυτό που σου συμβαίνει όταν είσαι απασχολημένος να κάνεις σχέδια.
Ζωή είναι αυτό που σου συμβαίνει όταν βλέπεις τηλεόραση, σκέφτομαι. Και ειδήσεις. Ε, την έκλεισα. Power Off. Fuck off.
Cut
Θέλω διακοπές στον καναπέ, μουσική να παίζει, τηλεόραση να παίζει με video clips, τζάκι, τασάκια, allbrans, αξύριστο πρόσωπο. Τα έχω όλα, οι διακοπές μου λείπουν. Η ζωή είναι σαν τη συνταγή: Ένα συστατικό να σου λείψει, λένε, γαμήθηκε. Αν και σύμφωνα με τελευταία διαφήμιση «τις δόσεις δεν τις φτιάχνεις μόνος σου». Βρε, άει στο διάολο, κωλοτράπεζες. Ό,τι θέλω θα κάνω. Πάρε κι άλλη δόση τριμμένη πιπέρι.
Cut
Δέκα προσκλήσεις τη βδομάδα; Θεέ μου, κάνε με ν' αντέξω όσες προσκλήσεις παίρνω! Οι φάκελοι πάνε κι έρχονται με τα DHL του κόσμου. Μια πρόσκληση είναι πάντα ο καλύτερος τρόπος αξιοποίησης της μοντέρνας πλήξης σου (και της ντεμοντέ μοναξιάς σου). Παίρνεις προσκλήσεις; Άρα υπάρχεις. Υπάρχεις;
Cut
Μισοσκόταδο στο μπαρ, η νύχτα στη Βαρκελώνη δεν τελειώνει, πού τελειώνει άμα δεν θες; Η σερβιτόρα με ρωτάει αγγλικά τι θα πάρω, είναι Kινέζα. Εικόνες από το προσεχές μέλλον. Πίνω μικρές γουλιές, λίγο ζαλισμένος, κοιτάζοντας την τραγουδίστρια. Φοράει ένα μαύρο στενό φόρεμα, είναι όμορφη και σοβαρή. Θα 'θελα να την ακούσω να τραγουδάει κάτι στα ισπανικά. Δίπλα μου μιλάνε γαλλικά, με ρωτάνε πότε θα φύγω. Aύριο το πρωί, απαντώ. Στα αγγλικά. Τους χαιρετώ στα γερμανικά. Auf Wiedersehen.
Cut
Έπειτα, ξαφνικά ζαλίζομαι, φεύγω, γυρνάω σπίτι, η ώρα έχει πάει 4.00. Bάζω το CD του Mαργαρίτη, παραγωγή Θοδωρή Mανίκα, «Oι δρόμοι του πουθενά». Kιθάρα λυπημένη, άγρια, όλη η εισαγωγή βαριά, ηλεκτρονική, αστικό μπλουζ, το μπλουζ της νοτιοανατολικής Mεσογείου όταν μπαίνει το μπουζούκι, η εισαγωγή που ενώνει χρόνους και τόπους που σκέφτηκα σήμερα, δυναμώνω κι άλλο περιμένοντας τη φωνή, «ήταν νύχτα και τώρα είναι πρωί, δεν με νοιάζει, μη σε νοιάζει, οι δρόμοι που τραβάνε κι ο δικός σου κι ο δικός μου στο πουθενά μας πάνε...».
Δυναμώνω κι άλλο, η ώρα έχει πάει 4.30, ας μου έκαναν τουλάχιστον μια μήνυση, έστω και για διατάραξη κοινής ησυχίας...
Cut...

Αθήνα και πάλι Αθήνα



Tο ταξίδι στο εσωτερικό της Aθήνας έχει αρχίσει. Aυτή η πρόχειρη πόλη, υποβλητικό σκηνικό για νυχτερινές βόλτες, αρχή και τέλος της καθημερινότητάς μας, είναι ο έρωτας και η μνήμη μας. Για την απάνθρωπη τσιμεντούπολη έχουν πει πολλά. Εσείς τι λέτε; Μιλήστε για την άλλη Aθήνα, τη «δική» σας, αυτή που αγαπάτε. Εγώ θα γράψω αυτά που σκέφτομαι. Σκόρπια. Όπως πάντα...

- Αν η Αθήνα ήταν τέλεια συγκοινωνιακά, πεντακάθαρη ατμοσφαιρικά, άψογη ρυμοτομικά και με ονειρώδη διαμονή, θα είχε πλακώσει εδώ όλη η Ελλάδα! Σκέτη κόλαση, δηλαδή. Γι’ αυτό μ’ αρέσει η ρύπανση, τα σκουπίδια και τα μποτιλιαρίσματα.
Κρατάνε μακριά τα πλήθη!
Και είμαστε μόνοι μας.
Τέσσερα εκατομμύρια μόνο!

- Η Αθήνα ποτέ δεν μου έλειψε. Κι έτσι, μου είναι σχεδόν αδύνατο να πω τι είναι. Κάτι αυτά τα ηλίθια κομμάτια των δημοσιογράφων της δεκαετίας ’70-’80: «Η τσιμεντούπολη», «τα γκρίζα κουτιά», ή «γκρίζα πόλη» κι όλα αυτά, νομίζω πως, δυστυχώς, αποτελώ δείγμα αυτού του τέρατος που μένει σε μια πόλη που δεν αγάπησε... Αγάπησε, λέω.
Γιατί τώρα, με τα χρόνια και τον καιρό, κάτι που ήταν υπομονετική και γλυκιά, κάτι που ήξερε κόλπα τις νύχτες, κάτι που γνώρισα άλλες και κατάλαβα, κάτι που με τα χρόνια προσέχει τον εαυτό της, νομίζω πως η σχέση μας έχει παγιωθεί σε ένα αμοιβαίο σχήμα ανοχής, με μικρά διαστήματα έκπληξης και ευχαρίστησης.

- Στο «Νέον» είναι οι αδελφές, τα τεκνά και τα ζιγκολό, στον «Μπακάκο» τα ραντεβού, στο «Μπάγκειον» τα πρεζάκια, στο «La Mirage» τα Αλβανά και τα Ρουμάνια κ.λπ. Στους πάγκους με τις εφημερίδες θ’ απαντήσεις αποβραδίς από τον κολλητό σου ως τον υπουργό. Σ’ αυτή την πλατεία χιλιάδες πράγματα συμβαίνουν μέρα - νύχτα, που, όμως, είναι ορατά μόνο στους μυημένους. Η Ομόνοια είναι πρώτ’ απ’ όλα ερωτική. Το βλέπεις στα μάτια των περαστικών, των φαντάρων, των επαρχιωτών... Όλοι, ως δια μαγείας, εκεί απελευθερώνονται.

- Η Αθήνα είναι η ζωή μου, γιατί ζω μέσα σ’ αυτή. Είναι σαν το παντελόνι μου.

- Λέτε να ’γινα Αθηναίος;

συνεχίζεται...

20.2.07

Χαμηλές πτήσεις...


…Άλλη μια μέρα έχει τελειώσει, περασμένα μεσάνυχτα στην Ποσειδώνος και δίπλα μου περνάει ένα μαύρο Peugeot Rallye, με μπλε neon και ο οδηγός του ακούει στη διαπασών το «Weight of the world» των Black Rebel Motorcycle, προσπαθώντας να διώξει από πάνω του το βάρος του κόσμου. Δεν το ‘χει, όμως. Ποιος ξέρει. Μάλλον θα του είπε να μείνουν για λίγο χώρια. Ή ακόμη να βρει δουλειά.
Βάζω πρώτη, παίρνω την Εθνική, Αττική Οδός - «καλησπέρα σας, ξεχάσατε τα ρέστα σας» - και μετά βρίσκομαι ν’ ανεβαίνω την Kηφισίας, έχει κίνηση, υπάρχουν κι άλλοι, σκέφτομαι, που δεν μπορούν να κοιμηθούν τις νύχτες. Λίγο παραπάνω είναι το σημείο που δεν χάνω, η μεγάλη στροφή στο Mαρούσι που διαρκεί πολλή ώρα και, όταν φτάνεις τρέχοντας, αναρωτιέσαι πάντα αν θα σε πάρει μέχρι το τέλος, αν θα αντέξουν τα ελατήρια και οι αναρτήσεις. Με πήρε, άντεξε. Στο KAT επιστροφή επιτόπου - το ξέρω ότι απαγορεύεται - και όλο ευθεία για την παραλιακή, με κλειστά τα παράθυρα και με το «On my mind» των Sunday Drivers να δονεί την ταπετσαρία του αυτοκινήτου μου. Κλέβω λίγο από τις μουσικές του Χρήστου στον Μελωδία, σε 10” θα καληνυχτίσει.Σε λίγο φτάνω στον Κουτάλα, χαμηλώνω τη μουσική, οι αστυνομικοί - τι πρωτοτυπία, Μοντιέ! - κάνουν μπλόκο και σταματάνε (σχεδόν μόνο) μηχανάκια και κάποτε κάνα αυτοκίνητο, ζητώντας «τα χαρτιά». Στωικοί μοτοσικλετιστές ψάχνουν στις τσέπες του μπουφάν ασφάλειες, διπλώματα, άδειες κυκλοφορίας. Kοιτάζουν κλεφτά το ρολόι τους. Στην αέναη μεταφορά πληροφορίας ο χρόνος έχει μεγαλύτερη αξία από το περιεχόμενο. Tα όργανα έχουν άφθονο χρόνο, δεν βιάζονται.
Ποιος ξέρει...
...μπορεί κάποια μέρα να πιάσουν κάποιον καταζητούμενο επειδή δεν είχε ανανεώσει την κάρτα ελέγχου καυσαερίων του. Ή δεν είχε πληρώσει τα τέλη κυκλοφορίας...
Το «Precious» των Depeche σκεπάζει τον θόρυβο στα Λιμανάκια, έχει κόντρα κι απόψε, περνάει μπροστά μου ένα… «τούμπανο» Accent, στο οποίο ο οδηγός του ακούει στη διαπασών Έφη Θώδη. Ως λαός, ενίοτε, ήμαστε για τα πανηγύρια.
Το σκοτάδι μετά την «Τρύπα του Καραμανλή» μάλλον κρύβει ό,τι δεν θέλουμε να δούμε. Ή, σε άλλη περίπτωση, πάλι ο Δήμος Κορωπίου κάνει οικονομία στα φώτα σε ένα επικίνδυνο σημείο ή, απλώς, μας εκπαιδεύουν για να οδηγούμε στα δύσκολα. Η παρέα που πέρασε μπροστά μου, με το A4 του μπαμπά, μόλις κόρναρε ακριβώς στην Τρύπα, τηρώντας ευλαβικά ένα έθιμο παλαιόθεν. Μαλάκες…
Ανεβαίνω στην Περιφερειακή Υμηττού, κάνω στην άκρη με αλάρμ. Ο δρόμος σκιαγραφεί τις ιστορίες που θα δει κι απόψε και θα τις κρύψει πολύ καλά. Κάποιος χώρισε, αυτός έφαγε πολύ, θα της κάνει την πρόταση; Φτιάχνω ιστορίες με φόντο το σκοτάδι, αλλά ποτέ δεν τους βάζω τέλος.
Αν το τέλος είναι να μπει, ας το βάλουν οι πρωταγωνιστές. Εγώ δεν μπορώ ποτέ να σκηνοθετήσω το «The End» μιας ιστορίας που αφορά άλλους.
Κάνω κλικ και έχω αιχμαλωτίσει στην ψηφιακή μου μια στιγμή. Μια στιγμή που την έχω εγώ και κανείς άλλος. Τόσο εγωιστικά. Είδες; Τα pixel, τελικά, μπορούν να σε κάνουν να είσαι μόνο για πάρτη σου.
Ξημερώνει σε λίγο κι η επιστροφή είναι πάντα απότομη, στην πόλη που (ποτέ δεν) κοιμάται. Σε λίγο ανατέλλει.
Καλημέρα ή καληνύχτα... Όπως το βλέπεις...

Η Βάρδια


Με αφορμή το μείζον θέμα που παίζει εσχάτως στις τηλεοράσεις, μου ήρθαν στο μυαλό λόγια από ένα μυθιστόρημα, ποίημα και αναμνήσεις συγχρόνως, όπως έγραψε σχετικά σχολιάζοντας ο Michel Saunier. Λόγια από τη «Βάρδια», του Νίκου Καββαδία

«…Λοιπόν, η μάνα μου είχε ένα μπάρμπα καπετάνιο. Λεβέντης, πλούσιος, με τέσσερα πλεούμενα. Σαραντάρης, παντρεύτηκε τη Ζαφειριώ. Δεκαοχτάρα, ορφανή, αρχοντοξεπεσμένη. Όμορφη. Έφερε μαστόρους από την Πάτρα κι έκαμε το πατρικό του, παλάτι. Μαόνι και κρύσταλλο. Έμεινε κάμποσο καιρό μαζί της κι έπειτα μπαρκάρησε με το καλύτερο του καΐκι που το 'χε γράψει και βαφτίσει στ' όνομα της. Πήγαινε κι ερχόταν. Ένα χάραμα σαλπάρησε για τη Σαβόνα. Τα μεσάνυχτα, έβαλε κλειδί στην πόρτα του και τη βρήκε καβάλα μ'έναν Καλαματιανό που λάδωνε τα μαλλιά του, τα κατσάρωνε σαν πούστης και γύριζε την Κεφαλλονιά πουλώντας τσίτια και τσατσάρες. Ο λεγάμενος έκανε να πηδήσει από το παράθυρο ξεβράκωτος, μα τον έσυρε από τα μαλλιά πίσω. Η Ζαφειριώ, αλαλιασμένη, έκρυβε το μούτρο με τις παλάμες. Τότες ο μπάρμπας μου έστρωσε τραπέζι για τρεις, άναψε τα καντηλέρια και τις λάμπες, άνοιξε μια μποτίλια πομάρ, χαβιάρι και χοιρομέρι και τους έβαλε με το ζόρι στο τραπέζί.
— «Φάτε», τους είπε, «έχετε ανάγκη από δύναμη».
Η ψυχοπαίδα τους με το νυχτικό φάνηκε στην πόρτα.
— «Σύρε, μωρή σκρόφα, κοιμήσου και τσιμουδιά, γιατί θα σου κόψω τον κώλο».
Καθώς κερνούσε, χύθηκε το κρασί και χρωμάτισε το ρούσικο λινό τραπεζομάντηλο. Με το βρεμένο του χέρι τους άλειψε το κούτελο.
— «Γούρι».
— «Κωνσταντή, σκότωσέ με καλύτερα τώρα, μα μη με βασανίζεις. Πέταξέ με στο δρόμο, βγάλε ντελάλη να το φωνάξεις, όμως άσε με να ντυθώ».
Μόλις ξημέρωσε έδιωξε με μια κλωτσιά τον Καλαματιανό, αφού πρώτα του 'κοψε τα δυο μπατζάκια του πανταλονιού, ήπιε καφέ και πήγε στον καφενέ, που 'χε ναργιλέ δικό του. Τη νύχτα κοιμήθηκε μαζί της και την άλλη το ίδιο. Ένα μήνα την πήδαγε και μόλις χάραζε, ξεκίναγε για τα χτήματα.
— «Κωνσταντή», του 'πε η Ζαφειριώ ένα μεσημέρι, «ξεχνάς κάτι λεφτά κάτου από το προσκέφαλο καθημερινά».
— «Δεν τα ξεχνάω, της αποκρίθηκε. Πληρώνω πάντα τις πουτάνες που κοιμάμαι μαζι τους».
Ένα μεσημέρι η θεία μου πέταξε το αίμα πάνου στο τραπέζι την ώρα που τρώγανε και πέθανε λίγες μέρες κατόπι. Ο καπετάνιος δεν άφησε κανένα να μπει στο σπίτι. Τη στόλισε μόνος του και τα μεσάνυχτα – το πρωί θα τη βγάζανε – σήκωσε τα φουστάνια της (το 'πε έπειτα από καιρό η δουλίτσα που παραμόνευε), και την έφτυσε στα σκέλια μουρμουρίζοντας «φτου σου, σκρόφα». Τον έφτασα θεόστραβο, εκατοχρονίτη, να κάθεται σ' ένα σκαμνί, όξου από το σπίτι του, αντίκρυ στη θάλασσα. Αυτές είναι οι γυναίκες...»

Αποσυμπίεση. Tώρα.


Πάτησα το κουμπάκι «new post» και δεν ξέρω από πού να αρχίσω. Ίσως δεν ξέρω τι θέλω, ακριβώς, να γράψω. Το μόνο σίγουρο είναι ότι έχω την επιθυμία να σας μιλήσω, ακριβώς μετά το τέλος του τριημέρου της Αποκριάς.
Αρκετοί στο γραφείο έχουν αυτήν την ξενερωτίλα(!), αυτή τη ρούχλα που συνοδεύει κάθε νορμάλ άνθρωπο που γυρίζει στη δουλειά έπειτα από ένα τριήμερο.
Το ίδιο ακριβώς ύφος έχουν, τόσο αυτοί που πέρασαν καλά, όσο και εκείνοι που τους ρωτάς και απαντούν: «Δεν ξέρω γιατί, αλλά σκατά». Βασικά, στα μούτρα σου, δυσοίωνε.

Άντε, τώρα, να τους πεις και να τους αναλύσεις τη μεγαλύτερη αλήθεια που υπάρχει, αλλά που δεν την ξέρουν όλοι:
Πρέπει να ξέρεις πού είναι το κουμπί που γράφει «off» για να το πατήσεις και να πας διακοπές. Μιλάω (ok, γράφω) για το κουμπί της αποσυμπίεσης, που μπορεί μεμιάς να σου κάνει λοβοτομή από όλη τη μιζέρια των προηγούμενων ημερών. Από συνεργασίες που δεν ευδοκίμησαν, από ανόητες αγάπες που δεν κράτησαν, από φιλίες που τελείωσαν. Από την κίνηση στην Κηφισίας… από όλα. Αλλά πού είναι αυτό το κουμπί, θα μου πεις.
«Ψάξε, και βρες το» θα σου πω, μην τα θες όλα έτοιμα.
Oι τελευταίες μέρες πριν από ένα τριήμερο, είναι περίεργες. Yπάρχει μια ένταση γεμάτη αναμονή, μαζί με κούραση μαζεμένη απ’ όλη τη χρονιά, από τον χρόνο που δεν σταματάει ποτέ να κυλάει. Οι περισσότεροι από εμάς, κάνουμε συνέχεια το ίδιο λάθος. Πιστεύουμε πως αν βάλουμε τον χρόνο στο fast forward, αν όλα γίνουν πιο γρήγορα, θα προλάβουμε. Συμβαίνει το αντίθετο. Όσο πιο γρήγορα τρέχεις, τόσο πιο λίγος χρόνος σού μένει.
Kατά έναν περίεργο τρόπο, ο χρόνος είναι διάνυσμα. Δεν πρέπει να βιαστείς να το διανύσεις. Χειμώνας+δουλειά: Eγώ τρέχω, εσύ τρέχεις. Aσανσέρ, αυτοκίνητο, γραφείο. Tο βράδυ πίσω. Zωή σε θερμοκήπιο. Mονοκαλλιέργεια. Σπίτι, αυτοκίνητο, γραφείο. Γραφείο, αυτοκίνητο, σπίτι...
Ερωτήματα βασανιστικά. Την αύξηση θα την πάρω; Μ’ αγαπάει; Τον θερμοσίφωνα τον έκλεισα ή θα μάθω πάλι από τις ειδήσεις ότι ανατινάχτηκε το σπίτι μου;
Βγαίνω στον δρόμο, ο προφυλακτήρας βρίσκει όπως πάντα στην άσφαλτο, δεν ξέρω τι ώρα είναι, δεν πήρα ρολόι, δεν κοιτάζω ούτε κλεφτά αυτό μέσα στο αυτοκίνητο, το μόνο σίγουρο είναι ότι ξημερώνει... Δεν ανοίγω ραδιόφωνο, η αποσυμπίεση από την «κανονική ζωή» έχει ήδη αρχίσει. Έστω και μόνο στο μυαλό μου. Σαν αυθυποβολή.
Φεύγω με το μυαλό μου, έχει ήλιο από ξημέρωμα εκεί έξω, παίζει και το Ποκίτο Α πόκο στο ραδιόφωνο, για βοήθεια. Και όπως λέει ο Paul Theroux, «όταν σκέφτομαι ταξίδι, σκέφτομαι πάντα να κατευθυνθώ προς τον νότο. Συνδέω τον νότο με την ελευθερία».
Κάπου εδώ αρχίζουν και τα κουράγια μεταξύ μας. «Έλα, πάει κι η Τρίτη, τελειώνει η βδομάδα!»…
Καλή βδομάδα…
Υ.Γ.: Και μην ξεχάσεις να αποσυμπιέζεσαι, όσο πιο συχνά μπορείς. Ξεκίνα με το να δεις από κάπου την ανατολή του ήλιου, προτού πας για δουλειά. Πιάνει...

19.2.07

Πώς γράφουμε ένα παραμύθι…


Βλέπετε, παιδιά, δεν είναι δύσκολο να γράψουμε ένα παραμύθι. Παίρνουμε δυο-
τρεις ηλίθιους στην τύχη και τους βάζουμε σε ένα κάστρο ή σε ένα δάσος…
Να σας δώσω ένα παράδειγμα:
Η Κοκκινοσκουφίτσα είναι ένα παραμύθι που το κατοικούν αποκλειστικά και μόνο ηλίθιοι.
Η γιαγιά της Κοκκινοσκουφίτσας ζει στο δάσος και είναι ενενήντα πέντε
χρονών. Τράβα στο γηροκομείο, μωρή ηλίθια! Πώς σου κατέβηκε, ενενήντα
πέντε χρονών γυναίκα, να ζεις μόνη στο δάσος και να αναγκάζεις τους συγγενείς να
πηγαίνουν μπρος-πίσω, μπρος-πίσω, μπρος-πίσω μέσα στον δρυμό;! Κι ύστερα
σου λένε γιατί ο κόσμος πετάει τη γιαγιά απ’ το τρένο! Είναι λογικό κι
επόμενο!!!
Κι αν πεις για τη μαμά της Κοκκινοσκουφίτσας; Άλλη ανεγκέφαλη του λόγου
της. Δίνει στη μικρή το καλαθάκι και της λέει:
“Παρ’ το και πήγαινε φαΐ στη γιαγιά!”
Πού το στέλνεις το κοριτσάκι μόνο του στο δάσος, κυρά μου; Το ρίχνεις στο στόμα του λύκου!
Με το που φτάνει στο δάσος, συναντάει τον πιο ηλίθιο λύκο στην ιστορία της WWF, ο οποίος δεν την τρώει, παρά ρωτάει με αγωνία:
“Πού πας, καλό μου κοριτσάκι;”
“Στη γιαγιά μου”, απαντάει αυτό.
Κι ο λύκος, αντί να τη φάει επί τόπου, όπως θα έκανε κάθε λύκος με φυσιολογικό δείκτη νοημοσύνης, πηγαίνει στο σπίτι της γιαγιάς και στήνει ολόκληρο σενάριο, που μπροστά του τύφλα να ‘χει και η πιο κιτς λατινοαμερικάνικη σαπουνόπερα. Φτάνει στο σπιτάκι και χτυπάει την πόρτα. ”Τοκ, τοκ”. “Ποιος είναι;” “Η Κοκκινοσκουφίτσα”. “Πέρνα μέσα”. Κι εδώ έχουμε την επιβεβαίωση πως ο εγκέφαλος της γιαγιάς έχει μαλακιστεί τελείως: έστω κι αν η Κοκκινοσκουφίτσα έχει φωνή βραχνοκόκορα σε κρίση άσθματος, πώς γίνεται να μην καταλάβει η γιαγιά ότι πρόκειται για λύκο; Τότε πια μπαίνει ο λύκος και τρώει τη γιαγιά. Προσέξτε την καλή αγωγή του λύκου, που δεν θα έμπαινε ποτέ να φάει κάποιον χωρίς προηγουμένως να χτυπήσει την πόρτα. Εδώ έρχεται το αριστούργημα της ιστορίας. Το πραγματικά μεγαλοφυές: ο λύκος, αντί να στηθεί πίσω από την πόρτα με ένα ρόπαλο και να πει: “Με το που θα έρθει η πιτσιρίκα, θα της τραβήξω μιας ροπαλιά στο κεφάλι, θα τη βράσω κι ύστερα θα τη ροκανίσω”, όόόχι, αγάπη μου! Τι κάνει ο λύκος;! Φοράει τη νυχτικιά της γιαγιάς, το σκουφάκι με τα αυτιά του να βγαίνουν από ειδικές κουμπότρυπες που έχει φτιάξει ο ίδιος (είναι γνωστοί δεξιοτέχνες μόδιστροι οι λύκοι) και χώνεται στο κρεβάτι.
Φτάνει η Κοκκινοσκουφίτσα, που οι δικοί της άνθρωποι την αποκαλούν
Αϊνστάιν - εξαιτίας του ζωηρού και ευφυούς πνεύματός της, μπαίνει, κοιτάζει τον λύκο
και, αντί να φωνάξει το 100 ή να του πει:
“Τι χάλια είναι αυτά, βρε ηλίθιε; Έχεις χάσει κάθε ίχνος αξιοπρέπειας ως
λύκος. Ορίστε κατάσταση, σαν μαλλιαρή μουστόγρια είσαι”, πώς αντιδράει;
Λεει:
“Ω, γιαγιά, τι μακριές τρίχες που έχεις!”
Τώρα, παιδάκια: όποιο από σας διαθέτει σκύλο, ας δοκιμάσει να του κοτσάρει
σκούφο κι ένα ζευγάρι γυαλιά οράσεως, κι ας δει αν μοιάζει με τη γιαγιά!
Εάν ναι, πετάχτε τη γιαγιά σας από το παράθυρο ή παραδώστε τη στις αρχές.
Βέβαια, είναι αλήθεια πως η γιαγιά δεν αναγνώρισε τη φωνή του λύκου από τη
φωνή της εγγονής της, σύμφωνοι - αλλά η γιαγιά είναι ενενήντα πέντε χρονών
και μπορεί να έχει πάθει μαλάκυνση. Όμως η Κοκκινοσκουφίτσα πώς και δεν
ξεχωρίζει τη γιαγιά της από έναν λύκο με σκουφάκι;! Ποιον έχει για γιαγιά;
Τον Κινγκ Κονγκ; Ακόμη κι αν η γιαγιά έχει να κάνει χαλάουα από το 1931,
ποια είναι; Ο Λούτσιο Ντάλα; Ο άνθρωπος των Ιμαλαΐων; Εν πάση περιπτώσει,
τέλος καλό, όλα καλά, και ο λύκος την τρώει!
Αμέσως μετά, για καλή μας τύχη, φτάνει ο κυνηγός, πυροβολεί τον λύκο και, δόξα να ‘χει η Παναγία, έκτοτε αγνοείται η τύχη και του λύκου και της γιαγιάς και της ηλίθιας με το κόκκινο σκουφί.

«Φεγγαράκι μου λαμπρό φέξε μου και γλίστρησα», που λέει και ο Τζόμπε Κοβάτα…

17.2.07

Τρελό καρναβάλι ήρθες και πάλι


Λιλιπούτειοι καρναβαλιστές περνάνε στο λιμάνι
(να διαβαστεί με προφορά Ελίζας Καλίτση ή Αμαλίας στο «Παρά Πέντε»)

Δεν ξέρω ποια είναι η άποψή σας για τις Αποκριές. Εμένα μάλλον με ξενέρωναν απίστευτα, επειδή

- Όταν ήμουν πιτσιρικάς μεταμφιεζόμουν σε Ινδιάνο και έπρεπε να εξηγώ σε όλα τα παιδάκια, ένα-ένα, γιατί δεν ντύθηκα cowboy(ς) που ήταν και το τρεντ της εποχής. Πού να εξηγείς ότι πάντα ήθελες να είσαι με όλους τους χαμένους του πλανήτη και ότι ξέρναγες με τα Αμερικανά; Πού να τους πεις ότι ανέκαθεν γούσταρες τον Δαυίδ και μισούσες τον Γολιάθ; Οπότε, σε κάθε σχολικό πάρτι, έπρεπε να είμαι – εν γνώσει μου – ο χαμένος, πώς μπορείς να τα βάλεις, έστω και υπό τη μορφή παιχνιδιού, με τόσους γιάνκηδες;
- Οι Αποκριές κρατούσαν ελάχιστα. Μέχρι να τις καταλάβεις έφτανε η Καθαροδευτέρα, που ήξερες ότι το όλο παιχνίδι με το πέταγμα του αητού θα κρατούσε μέχρι το μεσημέρι. Όπως και ο αετός-αητός-αϊτός-αετόστ θα κρατούσε μέχρι τότε, γιατί ως το μεσημέρι είχαμε καταφέρει:
να τον ρίξουμε στα ηλεκτροφόρα της ΔΕΗ
να σπάσει η καλούμπα και να τον πάρει ο διάολος ο γέρος
να σκιστούν οι λαδόκολλες γιατί καλές ήταν για κάνα κοψίδι, αλλά από πτητική ικανότητα - αγγούρια
να μην πετάξουμε καθόλου αετό γιατί
α) ήμασταν άχρηστα
β) δεν φυσούσε καθόλου. Τα τρελά τα νεύρα…

- Μετά τα θαλασσινά και τα ντολμαδάκια γιαλαντζί, άντε επιστροφή και πάλι στο σπίτι γιατί «τα παιδιά πρέπει να διαβάσουν», άντε ο μπαμπάς να βρίζει θεούς και δαίμονες και να υπόσχεται για τριακοσιοστή έβδομη φορά(!), ότι δεν υπάρχει περίπτωση να το κουνήσει ρούπι από το σπίτι την επόμενη χρονιά, γιατί τρώγαμε τρελό πήξιμο στην επιστροφή. Αυτή η Λεωφόρος Λαυρίου αποτελούσε τον εφιάλτη του κάθε μπαμπά που είχε την ατυχία να κάνει Κούλουμα στα Μεσόγεια.
- Οι μάσκες οι πλαστικές πάντα κιτς μου φαινόταν και δεν μπορούσα να βρω κανένα φαν με τις σερπαντίνες και το κομφετί, που πολλά παιδάκια τα μάλωνε η δασκάλα γιατί το έγραφαν στις εκθέσεις ως «κονφετί» και τους έλεγε, τραβώντας τους τα αφτιά, «το κομφετί και το κομβόι θέλουν μ». Μαλακίες, δηλαδή, που αρχίζει κι από «μ». Θα μου πεις, έμαθες να το γράφεις σωστά. Ε, και;
- Όταν μεγάλωσα, βρήκα τις αποκριάτικες στολές εντελώς αντιεργονομικές. Δηλαδή: Άντε και ντύνεσαι αρκούδος. Πού θα βάλεις το κινητό, τα τσιγάρα, το πορτοφόλι σου; Ή θα αρχίσεις να κυκλοφορείς με τσαντάκι μπανάνα; Τι σόι γαμω-αρκούδος θα είσαι τότε;
Άντε και ντύνεσαι ιππότης. Θα κουβαλάς, μαζί με το κράνος και το Bluetooth? Ήμαρτον… Τι αναχρονισμοί είναι αυτοί; Ούτε σε ταινία του Χόλιγουντ που εξιστορεί τα κατορθώματα έλληνα ήρωα δεν παίζουν τέτοιες μπαζιές!
- υπάρχει η Πάτρα, το μεγάλο κεφάλαιο "Πάτρα", που θα το εξαντλήσω σε ελάχιστες γραμμές: Πήγα μια χρονιά, με άλλους δύο, από απόγευμα Παρασκευής κι αρχίσαμε να πίνουμε. Ξύπνησα ξημερώματα Τρίτης - μετά την Καθαροδευτέρα - μέσα σε ένα αυτοκίνητο μιας παρέας, που δεν είχα δει ξανά στη ζωή μου, η οποία με περιμάζεψε από ένα παγκάκι μέσα στην πόλη όπου ήμουν σε αφασία και είχα και ένα σουβλάκι... στην κωλότσεπη! Πάλι καλά. Ο ένας από την παρέα μου έκανε ράμματα στο χέρι του, ποιος ξέρει πού σαβουρδιάστηκε, και ο άλλος κόλλησε έρπη των γεννητικών οργάνων. Άρα, μια χαρά πέρασα...
- Κανένα από τα έθιμα της Αποκριάς δεν μου άρεσε, δεν μου πήγαινε κάτω ούτε με σόδα, τότε δεν υπήρχε το Περιέ. Γιατί να διασκεδάσω με τα αλευρομουτζουρώματα στο Γαλαξείδι, που πλέον γράφεται Γαλαξίδι; Χάλια τα ρούχα, χάλια τα καθίσματα του αυτοκινήτου και, πάνω απ’ όλα, χάλια η διάθεση που ήξερες ότι όλες οι Αποκριές είναι μέχρι και το μεσημέρι, με λιγδωμένα τα χέρια από τη λαγάνα, με ίχνη χαλβά στα χείλη και με τις παλάμες σκισμένες από τον σπάγκο της καλούμπας. (του αετού που δεν πέταξε, τελικά!)
- Την επομένη, η κυρά-δασκάλα, μας έβαζε τη γνωστή έκθεση με θέμα «Πώς πέρασα τις Απόκριες» και έπρεπε να σκαρφιστώ τις απόλυτες προς περιγραφή Αποκριές γιατί αν τολμούσα και έλεγα την αλήθεια, θα είχα πρόβλημα με τα «χρηστά ήθη κι έθιμα της πατρίδος μου», με «τις ρίζες της ενδόξου παραδόσεώς μας» κι άλλα τέτοια κλασικά και εικονογραφημένα. Ποτέ μου δεν διατύπωσα, τώρα που το θυμήθηκα, την απορία μου, γιατί μετά την Καθαρή Δευτέρα αρχίζει η Σαρακοστή η οποία, τελικά, κρατάει 50 ημέρες μετρημένες.
- Οι Βραζιλιάνες που έφερναν στην Ελλάδα είχαν κυτταρίτιδα μέχρι και στα μάγουλα, ενώ οι καλές, οι κορμάρες, στο Ρίο, στη Brazil, είχαν Aids που το κολλάς και με το ροχαλητό...

Το βράδυ της Παρασκευής 16 Φεβρουαρίου 2007υ έκανα μια βόλτα στην Αθήνα για να πάρω παρουσίες. Ποιοι έφυγαν, ποιοι έμειναν. Ε, ελάχιστους είδα μασκαρεμένους, να πηγαίνουν σε πάρτι.
Ίσως έφταιγε και το ότι είχε παλιόκαιρο, όχι τη μέρα που σε γνώρισα, αλλά την Παρασκευή το βράδυ και ελάχιστοι πήραν τη γενναία απόφαση να βγουν και να λυσσάξουν.
Λέτε, τελικά, να τους έχω κάνει όλους σαν τα μούτρα μου; Λέτε να υπάρχουν κι άλλοι που να βροντοφωνάζουν «Γαμιούνται οι Απόκριες»;
Και μην το παίρνετε σα βρισιά. Είναι από τα απαγορευμένα, σκωπτικά τραγούδια της Δόμνας Σαμίου…

Τελικά, το μόνο Carnival που προτιμώ, είναι αυτό των Cardigans. Τελεία.
Απόκριες είναι, θα περάσουν...

16.2.07

Κόφτο το ρημάδι...


Θέλω να κόψω το κάπνισμα και δεν μπορώ. Γιατί δεν θέλω, μου λένε όλοι και, κοίτα, μια σύμπτωση, το λένε όσοι δεν έχουν καπνίσει ποτέ. Και πού ξέρεις εσύ αν θέλω, ρε; Αει σιχτίρ.
(Τα ίδια λένε, βέβαια, για να λέμε και του Στίβι Γουόντερ το δίκιο, και όσοι το έχουν κόψει, αλλά έχουν πάρει 25 κιλά.)

Anyway, πήρα από το φαρμακείο αντικαπνιστικά τσιρότα τάδε, αλλά δεν μπορεί να μου κάνει τίποτα εμένα ένα Λέοντος, ίσως αν έβγαινε σε άλλο ζώδιο, Υδροχόοντος, για παράδειγμα, να έβλεπα προκοπή και χαΐρι. Eγώ θέλω CD-Rom ολόκληρο για να πάρω είδηση. Στον «Γερμανό», μια μέρα που πήγα να πάρω μπαταρίες για το ελικόπτερό μου, βρήκα το «Stop Smoking Today!» του Προφέσορος Lagrue και το πήρα. Ένα απλό CD-Rom που μου βρίσκει, τρεις-το-λάδι-τρεις-το-ξίδι, το μηλόξιδο, όμως, γιατί το κανονικό με παχαίνει, ποια είναι η προσωπικότητά μου και πώς θα το κόψω το ρημάδι, να ξενοιάσω. Δεν με νοιάζει που δεν το κόβω. M’ αρέσει που είναι η επιτομή της παραφιλολογίας τέτοιων τίτλων της αγοράς. Kαι το καλύτερο; Eίναι τόσο ξεκούραστο και ασφαλές να το παίζεις (χωρίς δύσκολες πίστες, χωρίς βαθμούς, χωρίς μπλοκαρίσματα — μόνο ερωτήσεις και επιλογή από πολλαπλές απαντήσεις), που, ναι, είναι το καλύτερο CD-Rom για ένα μακρύ, καυτό, καπνιστικό καλοκαίρι. Στο τέλος, μπορείτε να το κάνετε και σουβέρ (διότι θα έχετε αρχίσει το πιοτό...).
Καμία άλλη ιδέα;

15.2.07

Αφιερωμένο σε όσους γεννήθηκαν πριν το 1975


Ταξιδεύουμε στην παιδική μας ηλικία , θυμόμαστε τη γειτονιά που μεγαλώσαμε , τους φίλους, το παιχνίδι, την αθωότητα της γενιάς μας, την τεχνολογική μας ευρηματικότητα, το χώμα, τα τρύπια παπούτσια...
Τότε που είχαμε την τύχη να μεγαλώσουμε σαν παιδιά...

Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε. Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή:
Περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας.
Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε...
δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε...
...και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε....
Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή!
Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί.
Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους .....
Κάναμε ταξίδια 10 και 12 ωρών, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης».
Δεν είχαμε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά.
Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ωτο-στοπ, οδηγούσαμε μοτοσικλέτες χωρίς δίπλωμα.
Οι κούνιες ήταν φτιαγμένες από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες.
Ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια.
Περνούσαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες, κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα.
Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση.
Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους.
Κανείς δεν μπορούσε να μας βρει. Είχαμε φτιάξει σπιτάκια πάνω στα δέντρα.
Τότε δεν υπήρχαν κινητά.
Σπάγαμε τα κόκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους».
Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα.
Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα.
Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις, παρά μόνο ο εαυτός σου.
Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε.
Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι.
Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός κι αυτό ήταν όλο.
Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα.
Καμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι.
Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet .
Εμείς είχαμε φίλους. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε.
Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στον δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα... Μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία.
Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας.
Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα.
Χάσαμε χιλιάδες μπάλες ποδοσφαίρου.
Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση.
Κυνηγούσαμε σαύρες και πουλιά με αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν. Θεέ μου! Πώς δεν βγάλαμε κάνα μάτι;
Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα.
Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω, στον σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε;
Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση.
Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι. Τι φρίκη!
Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ.
Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά.
Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα για να τους βάλουμε χέρι, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας ; ) : D : P
Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε.
Αν εσύ είσαι από τους «παλιούς»... συγχαρητήρια!
Είχες την τύχη να μεγαλώσεις σαν παιδί...


Υ.Γ.: Αυτό είναι ένα κείμενο που κάτι μου θυμίζει, βρε παιδί μου, δεν ξέρω τι και ποιος το έγραψε. Εσχάτως, το βλέπω να κυκλοφορεί πολύ μέσω email, χωρίς – βέβαια – να αναφέρεται ο συγγραφέας του. Αλίμονο, στο Internet είμαστε.

Σπασμένα πλευρά


Παίζω Def Jam – Fight For NY, που ζεματάει μέσα στο Xbox, και βλέπω τους αντίχειρές μου να παθαίνουν κράμπες, μικρά κυκλοφοριακά jam και να μεγαλώνουν θαρραλέα, σαν της Oύμα Θέρμαν στο «Ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν». Ποιος δαίμονας, μου έμαθε εμένα να συνδυάζω τις κινήσεις και οι γροθιές μου να προκαλούν την απόλυτη σκοτοδίνη στον αντίπαλο; Γιατί νιώθω τα κόκαλά μου να τρίζουν κάθε φορά που ο συμπαίκτης μου (Σκουλήκι! Θα σε διαλύσω!) με εκσφενδονίζει στα πατώματα και στους τοίχους με τα γιαπωνέζικα ιδεογράμματα; (Κρακ!) Είμαι βασανισμένος άνθρωπος, έχω κουράσει πολύ τη μέση μου, γιατί μ’ αρέσει να ακούω τα πλευρά μου να σπάνε;

Μπορεί να είμαι θύμα των gadgets και των ρευμάτων (και βέβαια είμαι). Το Def Jam, όμως, δεν είναι εκείνο που καθιέρωσε το ξύλο, το Tekken το έκανε αυτό, αλλά είναι το νέο, κυρίαρχο fun της οθόνης. Αν, μάλιστα, το διαπράττετε τετραφωνικά, με την ένταση στο φουλ, ακόμα καλύτερα. Όσο περισσότερο σας νιώθει ο γείτονάς σας σαν τριγμούς στα τζάμια του, τόσο περισσότερο απολαμβάνετε τις αστρονομικές σφαλιάρες του παιχνιδιού.
Οι ήρωες που αλληλοδέρνονται είναι αληθινά role models της αμερικάνικης hip hop κουλτούρας (εάν αυτό σας ικανοποιεί). Στον καταιγισμό (όχι λυκειακού) ξύλου, το styling τονίζει όλες τις λεπτομέρειες της - και καλά - underground NY, με τεράστιους κοθόρνους-μπότες (τακούνια φοράνε μόνο τα κορίτσια-γκρούπις), με ακόμα μεγαλύτερη την καμπάνα στα παντελόνια φόρμας, λιτό μακιγιάζ, tank-tops που θυμίζουν κιμονό, μαλλιά ίσια σαν πράσο, περασμένα πολλές φορές με conditioner, και, βέβαια ρόπαλα baseball, αλυσίδες στον λαιμό, ξυλίκι σε κακόφημα αμέρικαν μπαρ και, μισό λεπτό, τώρα παλεύω με τον Σνούπι Ντογκ. Ναι, τον γνωστό. Ωραία, τον έσκισα. Τι σας έλεγα;

Οι ήρωες του παιχνιδιού είναι τα «κακά παιδιά» που κάνουν ρίμες τα παθήματα και τα μαθήματά τους με φόντο τη Νέα Υόρκη ή, καλύτερα, τα στέκια που ποτέ δεν πρόκειται να πας, εάν βρεθείς στο Μεγάλο Μήλο, εκτός κι αν το έχεις πάρει απόφαση να αποχαιρετίσεις τον μάταιο τούτο κόσμο και να μεταβείς, διά της αυτοκτονίας, εν τόπω χλοερό.
Η μουσική είναι, τι άλλο, Hip hop και δεν το κρύβω, υπάρχουν στιγμές που από την πολλή πλύση εγκεφάλου και το πολύωρο παιχνίδι, νιώθω σαν έμπορος κόκας στα Λιόσια.
Γιατρέ μου, έχω φάει κόλλημα…
Εσείς τι παίζετε και τα παίζετε;
(Είδατε που σας τα έλεγα; Η χιπ χοπ κουλτούρα με έχει κυριεύσει.)
Just go home, bitch…

14.2.07

Cinderella man

Πριν από λίγο καιρό (το κατάφερα, επιτέλους), είδα το Cinderella Man, με τον Pάσελ Kρόου στον ρόλο του Tζέιμς Mπράντοκ, του πυγμάχου που βρέθηκε στην κορυφή στη δεκαετία του '20 και με το μεγάλο οικονομικό "κραχ", το 1929, βρέθηκε στον απόλυτο πάτο. Από εκεί, με τη βοήθεια της τύχης αλλά και της ικανότητάς του, ξαναβρέθηκε στην κορυφή, καθώς άρπαξε με νύχια και με δόντια τη δεύτερη ευκαιρία που του παρουσιάστηκε.
Η ζωή έχει συχνά τέτοια σκαμπανεβάσματα και ίσως αυτό είναι ένα από τα στοιχεία που την κάνουν τόσο γοητευτική.
Το καλό και το κακό σε αυτήν τη μυστηριώδη ζωή είναι πως κανείς, όσο ψηλά ή όσο χαμηλά κι αν βρίσκεται, δεν μπορεί να γνωρίζει τι περιλαμβάνει η επόμενη ημέρα.
Αυτό που θα μπορούσα να πω με βεβαιότητα, είναι πως ο μοναδικός - με νόημα - τρόπος για να αντιμετωπίζει κανείς το απρόοπτο της ζωής, τόσο το ευχάριστο, όσο και το δυσάρεστο, είναι ο τρόπος του πολεμιστή - το οποίο σημαίνει ατάραχος, δυνατός και αποφασιστικός. Yπάρχουν κι άλλοι τρόποι να αντιμετωπίζει κανείς τη ζωή: ο τρόπος του "ευτυχή" ή ο τρόπος του "δυστυχή", που προσωπικά δεν τους βρίσκω καθόλου αποτελεσματικούς.
Tο θέμα είναι πως όταν παρουσιαστεί η ευκαιρία, η δεύτερη, η τρίτη ή η τέταρτη - δεν έχει σημασία - να δώσεις το χτύπημα όπως ακριβώς έκανε και ο Tζέιμς Mπράντοκ, που έγινε γνωστός και ως Cinderella Man, εξαιτίας του τρόπου που εκινείτο πάνω στο ρινγκ.
Να δώσεις την ώθηση που χρειάζεται κι από τον πάτο που έχεις πιάσει, να φτάσεις και πάλι ψηλά.
Αφιερωμένο στον φίλο μου τον Κώστα Λ.

Περί Χρόνου

Όταν ήμασταν παιδιά βγάζαμε τη γλώσσα στον χρόνο που έφευγε και οικτίραμε τους μεγαλύτερους που δεν συμμερίζονταν την ανάλαφρη και γι’ αυτό «επιπόλαια» αντίληψή μας για τη ζωή. Μας απαντούσε κάποιος ότι είναι τριάντα πέντε χρόνων και εμείς πιστεύαμε ότι όπου να ’ναι πεθαίνει! Σήμερα, που είμαι πλέον 35, συνειδητοποιώ ότι η αποστροφή μας εκείνη για τους μεγαλύτερους δεν προερχόταν από τη διαφορά της ηλικίας, αλλά από τη διαφορά αντίληψης. Για τους μεγαλύτερους ο χρόνος έμοιαζε με ποτάμι που κυλούσε αμετάκλητα προς μία κατεύθυνση, και για μας με ωκεανό που δεν είχε άκρη.
Πιστεύαμε ότι η ζωή είναι ατέλειωτη, άρα έχουμε χρόνο, για ό,τι θέλαμε να κατακτήσουμε.
Μη νομίσεις ότι όλα αυτά μου προκαλούν διάθεση για μετα-χριστουγεννιάτικη φιλοσοφία. Μάλλον ευθυμία μου προκαλούν για το πεπερασμένο της ύπαρξής μας και άγρια χαρά για το στιγμιαίο θαύμα της ζωής μας. Ο χρόνος είναι σχετικός (το απέδειξε και ο Αϊνστάιν), γι’ αυτό, εκεί, πίσω, στο τοπίο των παιδικών μας χρόνων, είναι άπειρα διασταλμένος.
Κάπου, κάποια στιγμή, ίσως να ένιωσες ένα γλυκό μούδιασμα στο πίσω μέρος του κεφαλιού σου. Είναι τις φορές που νιώθουμε μια απέραντη νοσταλγία για τα πράγματα που δεν ζήσαμε. Tελικά η μόνη μας πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία (το γεωγραφικό θεώρημα του Μπαρτ) και ένα φιλί (αυτό που έδωσες τότε σε εκείνο το παγκάκι) μπορεί να κρατήσει όσο η αιωνιότητα.
Ξέρω τι φταίει, ο Χρόνος. Γιορτάζουμε το πέρασμά του, ενώ στην πραγματικότητα, θα θέλαμε να τον σταματήσουμε. Για το υπόλοιπο του 2007 διάλεξε οπτική γωνία. Δηλαδή διάθεση. Διαλέγω φώτα. Για να ’μαι σίγουρος όμως, λέω να κρατήσω αυτές τις μέρες για τον εαυτό μου. Όπως τότε, που ήμουν παιδί…

Η Σύγκρουση των Πολιτισμών

Οι τηλεοράσεις δείχνουν (πάλι) ταραχές και διαδηλώσεις. Η Σύγκρουση των Πολιτισμών. H θεωρία του Σάμιουελ Xάντινγκτον είναι μια θεωρία που βολεύει, από τις πιο οπισθοδρομικές δυνάμεις της Aμερικής μέχρι τις πιο σκοταδιστικές δυνάμεις της Aνατολής. Oι μουσουλμάνοι είναι τόσο ενιαίο σύνολο όσο και οι χριστιανοί. Eίναι άνθρωποι που έχουν, απλώς, διαφορετικές κουλτούρες. Tο να δείχνεις τις διαδηλώσεις του Πακιστάν και να λες « ιδού τα εκτροφεία Tαλιμπάν», είναι το ίδιο αποπροσανατολιστικό με το να δείχνεις εκστασιασμένους να τραγουδάνε «Τη Yπερμάχω» στο Σύνταγμα και να λες «οι Έλληνες». Κι από την άλλη κάποιοι άλλοι να βρίζουν τους Αμερικάνους.
Tο σίγουρο είναι ότι οι Aμερικανοί έχουν προ πολλού ξεπεράσει το στάδιο της αθωότητάς τους και έχουν καταλάβει ότι για μια υπερδύναμη ισχύει αυτό που ισχύει και για τη γυναίκα του Kαίσαρα. Δεν αρκεί μόνο να είσαι υπερδύναμη, αλλά πρέπει και να φαίνεσαι. E, αυτό κάνουν. Κι όμως, είναι τρομακτικό το πόσο γρήγορα συνηθίζουμε αυτήν την πραγματικότητα. Τώρα που το αμερικάνικο όνειρο έγινε εφιάλτης, όλος ο Δυτικός κόσμος, αμήχανος, οργισμένος, μπερδεμένος, φοβισμένος, προσπαθεί να κατανοήσει. Είναι ένας virtual εφιάλτης και όπου να ‘ναι θα ξυπνήσουμε;

«Ζούμε κάτι σαν μια ίντριγκα του Χόλιγουντ, που δεν έχει κανένα νόημα», έλεγε σε μια συνέντευξή του ταραγμένος ο Γούντι 'Aλεν. «Τι κάναμε που προκαλεί τέτοιο μίσος; Υπερασπιζόμαστε την ελευθερία και μας μισούν», αναρωτιέται το περιοδικό «Time».

Τόσα χρόνια κατηγορούσαμε την τέχνη για απάτη. Και ξαφνικά όλα αυτά έγιναν μια μακάβρια πρόβλεψη. Σαν να παρακολουθούσαμε εδώ και χρόνια το μέλλον. Deja vu. Η τρομοκρατία των εικόνων που γεννούσε η φαντασία των καλλιτεχνών μοιάζει τώρα συγκριτικά ανώδυνη. Μένει η πραγματικότητα. «Πώς θα νικήσουμε την τρομοκρατία; Ας μην επιτρέψουμε στον φόβο να κυριαρχήσει στη ζωή μας. Ακόμα κι αν φοβόμαστε», λέει ο Σαλμάν Ράσντι και τα είπε όλα. Ίσως είναι πολύ σημαντικό να ξέρεις πώς στέκεσαι απέναντι στις καταστάσεις. Ίσως και να έχει πλάκα να σε ρωτάνε «τι γνώμη έχεις περί Μπλερ;» και εσύ να απαντάς: «Έχουν βγάλει καλούς δίσκους».

Ρίξετε μια κλωτσιά, λοιπόν, σε ό,τι σας την έσπασε τελευταία.
Στο κάτω-κάτω μπορεί να ζήσετε για λίγο το όνειρό σας. Το όνειρό μας…

Γιατί Χαμηλές Πτήσεις;

Τι είναι έλλειψη φαντασίας σύμφωνα με τον μικρό σπουργίτι του Αρκά; «Να καβαλάς ως παιδί ένα ξύλο και τρέχοντας να νομίζεις ότι καβαλάς ένα ξύλο». Στις «Χαμηλές Πτήσεις» ο Αρκάς επινόησε ένα παιδί-θαύμα με διαβολικό πνεύμα αμφισβήτησης και αναρχική διάθεση ισοπέδωσης των πάντων. Πρώτος και εύκολος στόχος του ο μπαμπάς σπουργίτης, συναισθηματικά τσακισμένος από την προδοσία και τη φυγή της συζύγου του, αλλά και αφοσιωμένος οπαδός κάθε μικροαστικής αξίας. Το ηθογραφικό δράμα έχει ήδη στηθεί και μάλιστα στο κατάλληλο σκηνικό. Ένα καθημαγμένο αστικό τοπίο μιας πόλης που πέρασε ασθμαίνοντας στον μεταμοντερνισμό, χωρίς να την αγγίξει διόλου η νεωτερικότητα. Οι διάλογοι του μικρού με τον πάτερ-φαμίλια (που όμως δεν έχει οικογένεια) θυμίζουν τους πρωταγωνιστές του «Περιμένοντας τον Γκοντό», καθώς μάλιστα εκτυλίσσονται στο ανάλογο περιβάλλον. Εν προκειμένω ο Γκοντό έρχεται και μάλιστα με τη μορφή του αναρχικού μικρού, του μπόμπιρα σπουργίτη, ο οποίος διαθέτει το ταλέντο ενός άλλου παιδιού-θαύματος, του Αμαντέους Μότσαρτ, αλλά διόλου τον σεβασμό προς τον καταπιεστικό ιμπρεσάριο πατέρα Λεοπόλδο. Ακριβώς το αντίθετο θα λέγαμε! [...]
Συγγραφέας: Αρκάς
Εκδότης: ΓΡΑΜΜΑΤΑ

(πολύ) Χαμηλές Πτήσεις είναι και ο τίτλος της στήλης μου στο περιοδικό CAR. Είναι επιλογή, είναι στάση ζωής να είσαι σπουργίτι και όχι γεράκι ή κάποιο άλλο αρπακτικό. Έτσι, βέβαια, ως σπούργος, κινδυνεύεις περισσότερο, αλλά μόνο έτσι έχει πλάκα. Είναι εντελώς λυτρωτικό να νιώθεις την αδρεναλίνη να κυλάει στο κορμί σου, να κυριεύει κάθε εκατοστό του εγκεφάλου σου. Είναι αρρώστια να πραγματοποιείς Χαμηλές Πτήσεις - σε ασφαλείς συνθήκες, για τους άλλους και για σένα – με ένα πολύ γρήγορο αυτοκίνητο.
Fly with me…

Χαίρετε

Άργησα λίγο, αλλά το αποφάσισα: Είναι άλλος ένας τρόπος να λες αυτά που σκέφτεσαι, αυτά που αισθάνεσαι, μια άλλη δίοδος να επικοινωνείς με ανθρώπους που, πιθανώς, να μη γνωρίσεις ποτέ σου.
Μια καλή αφορμή για να διαβάζεις απόψεις που μπορεί να είναι εκ διαμέτρου αντίθετες με αυτές που κουβαλάς εσύ στο μυαλό σου.
Καλώς ήρθατε, καλώς βρεθήκαμε, για την ακρίβεια.
Καλά να 'μαστε, να τα λέμε
Σπύρος Σεραφείμ