Η είδηση ήταν ξερή, χωρίς
ρίμα, χωρίς ποίηση: «Πέθανε, σε ηλικία 63 ετών, ο ποιητής και στιχουργός Αλκης
Αλκαίος, μετά από μάχη με τον καρκίνο».
Η αλήθεια είναι ότι η μάχη με
τη ζωή ή η μάχη με τον καρκίνο, κατά το κλασικό δημοσιογραφικό κλισέ, δεν
χωράει καμία ποίηση, κανέναν λυρισμό, καμία υπερρεαλιστική απόδοση.
Ο Άλκης Αλκαίος - ελάχιστοι
γνώριζαν ότι το πραγματικό του όνομα ήταν Βαγγέλης Λιάρος - ήταν άνθρωπος με
φαντασία, με σκέψη, με δομή στο νου του. Μπορούσε να γράφει από εμβληματικούς
στίχους μέχρι εμπνευσμένα δοκίμια, να συνεργάζεται με κορυφαίους συνθέτες, να
σκαρώνει τραγούδια που τα λες και κλαις.
Δεν έχω να γράψω πολλά,
επειδή δεν τον γνώριζα, δεν τον γνώρισα, παρά μόνο μέσα από τα γραπτά του. Μια
5λεπτη τηλεφωνική συνέντευξη είχα κάνει κάποτε μαζί του σε έναν σταθμό κι αυτό
ήταν όλο. Θυμάμαι, είχα προετοιμαστεί πολύ για αυτά που θα τον ρωτούσα και,
όταν ήρθε η ώρα, έτρεμα. Όσοι με ακούνε χρόνια, ίσως να κατάλαβαν το αχαλίνωτο
δέος που ένιωθα όταν του απηύθυνα κάθε ερώτηση. Εκείνος, όμως, ήταν μαγικά
απλός σε αυτά που μου είπε, με απλές κουβέντες απέδωσε όσα σκεφτόταν. Από το
στόμα του, όμως, βγήκαν προτάσεις που έκρυβαν μέσα τους συμπυκνωμένη σοφία.
Αυτό, μου δημιουργούσε μεγαλύτερο τρακ. Έκτοτε, δεν είχα την παραμικρή επαφή
μαζί του, παρά μόνο με τα λόγια που έδωσε σε αγαπημένα μου τραγούδια.
Θα ήταν πολύ ρομαντικό -
σύμφωνα και πάλι, με ένα άλλο, κλασικό κλισέ - να «βρίσκεται τώρα στη γειτονιά
των αγγέλων και να τους γράφει ποιήματα, να περιδιαβαίνει σε κήπους κρεμαστούς
χαρίζοντας στίχους αθάνατους».
Η αλήθεια, όμως, είναι ότι ο
Άλκης Αλκαίος δεν έφυγε, δεν πήγε κάπου παραπέρα. Ο Αλκαίος πέθανε και η Ελλάδα
είναι μείον έναν πραγματικά πνευματικό άνθρωπο, ένα μυαλό που κατέθετε ακέραια
τη σκέψη του στα χαρτιά του.
Θα ακουστούν, λοιπόν, πολλά
κλισέ για τον θάνατό του, πιο συχνά από ανθρώπους της τηλεόρασης, που ο
αρχισυντάκτης τους θα έπρεπε να τους εξηγήσει ποιος ήταν ο Αλκαίος και ότι δεν
είχε καμία σχέση με τον άλλον, στα μπουζούκια.
Αλλά, είπαμε, «ο Άλκης
Αλκαίος έφυγε και η πνευματική ζωή της Ελλάδας μένει να περιπλανάται φορτωμένη
σε μια πιρόγα, εκτεθειμένη σε όλα τα στοιχεία της φύσης».
Όλο αυτό την ίδια στιγμή που
οι τηλεοράσεις βουλιάζουν στο κατιναριό και στο απόλυτο τίποτε, αναζητώντας -
για να γεμίσουν τον χρόνο τους - θησαυρούς τύπου Άλκης Αλκαίος στα σκουπίδια τους.
«…και πριν προλάβω τρις να σ’ αρνηθώ / σκούριασε το
κλειδί του Παραδείσου»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου