
Έστω και καθυστερημένα, σου γράφω αυτό το γράμμα για να σε αποχαιρετήσω, όπως θα έκανα για κάθε μέλος της οικογένειας. Γιατί τόσα χρόνια, 12 συναπτά, ήσουν μέλος μας, ήσουν η «κόρη» μου, όπως λέγαμε και γελούσαμε όλοι. Γιατί ο ερχομός σου, αυτό έφερε στο σπίτι. Μόνο γέλια και χαρά.
Έπειτα, άρχισαν τα «προβλήματα». Ναι, σε φωνάζαμε με το όνομά σου, αλλά πώς το γράφεις αυτό; Λούσι, Λούση, Λούσυ, ή Λούση; Loucie ή Lousi; Το ξεπεράσαμε γρήγορα αφού είχαμε άλλο θεματάκι. Άρχισες να τρως παγκάκια, παπούτσια, κάγκελα, ό,τι τρωγόταν, τέλος πάντων. Οπότε ο καθένας από μας, στην οικογένεια Σεραφείμ, ξεκινήσαμε να σε φωνάζουμε όπως μας ερχόταν. Λουσάμπλ, Λουσέξ, Λουσάκι, Λουσέτο. Ξεχνάω κάποιο; Δεν έχει σημασία. Για μένα ήσουν και θα είσαι για πάντα η Λούσαινα. Η κυρία Λούσαινα για την ακρίβεια, με τη γνωστή αεροδυναμική μουσούδα που σε καθιέρωσε ως το πρώτο turbo λυκόσκυλο στον κόσμο, ιδίως όταν έβλεπες γάτα ή οποιοδήποτε ζώο που μπορεί να έμοιαζε με γάτα. Α, ναι. Θυμήθηκα. Είχαμε κι άλλο «θέμα»: Ήσουν λυκόσκυλο καθαρόαιμο ή είχες και ρίζες από χάσκι; Οι κτηνίατροι της περιοχής έλεγαν ότι μπορεί να είσαι και τσέχικο λυκόσκυλο. Σιγά, ρε παιδιά, να μην είναι Skoda η κόρη μου. Οι υπόλοιποι σήκωναν τα χέρια ψηλά, βασικά με τη συμπεριφορά σου. Το σίγουρο είναι ότι είχες δυο τεράστια αυτιά-ραντάρ.
Τόσα χρόνια στην οικογένεια άκουγες τα πάντα, ήξερες τα πάντα, μόνο η μιλιά σου έλειπε για να πεις κι εσύ την άποψή σου.
Κι όταν οι γονείς έλειπαν, σε έβαζα κρυφά στο γραφείο μου για να σε έχω δίπλα μου και να γράφω, αλλά μην τους το πεις, ούτε τώρα. Τι να κάνω, αφού εκεί σου άρεσε. Ό,τι θέλει η Λούσαινά μας. Aνάμεσα στις μουσικές μου και σε κείμενα για πολιτικό ρεπορτάζ, science fiction. Tόσα χρόνια διάβαζες πρώτη ό,τι έγραφα, «έλα, κορίτσι μου, ρίξε μια ματιά, σου αρέσει; Όχι βόλτα τώρα, βρε μάτια μου, που έχεις κληρονομήσει τα μάτια μου, έχω δουλίτσα».
Ο καπνός από το τσιγάρο μου σε ζέσταινε και σου είχα εξηγήσει ότι - στη δική μου επιστημονική φαντασία - οι σκύλοι και ειδικά οι σκύλες, είναι οι θεοί-εξωγήινοι του πλανήτη «Αργκουντακούρφ», όπως ήταν εκείνη η ιερή κραυγή σου, όπως έκανες όταν αγρίευες για κάτι. Προφανώς, επέστρεψες θεά στον Πλανήτη σου.
Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ...
Ο μπαμπάς